Τα παιχνίδια του Παναθηναϊκού με τους Ρέιντζερς ήταν ένα πολύ καλό παράδειγμα για να θυμηθούμε τη θολή έννοια της ανωτερότητας σε διαδικασία προκριματικών καλοκαιριού και την ουσία που πολλές φορές δεν έχει να κάνει με την ποιότητα ενός συνόλου, αλλά με το timing και την ετοιμότητα. Πράγματι, σε δύο αγώνες ο Παναθηναϊκός έδειξε πολύ καλύτερος από τους Τζερς σε όλα τα σημεία με εξαίρεση την κυνικότητα απέναντι στην εστία. Το αποτέλεσμα; Οι Ρέιντζερς προκρίθηκαν με μια νίκη και μια ισοπαλία. Κι έπειτα, οι Σκωτσέζοι που φάνηκαν ως μια ομάδα χωρίς πολλές ελπίδες, πήγαν και έβαλαν τρία γκολ στην Πλζεν, κλειδώνοντας ουσιαστικά από το πρώτο ματς την πρόκριση για τα play off του Champions League

Δεν ήταν η πρώτη φορά που είδαμε μια «καλύτερη ομάδα» να μην προκρίνεται σε ένα ζευγάρι καλοκαιριών προκριματικών και φυσικά δεν θα είναι και η τελευταία. Τα παιχνίδια αυτά, στην αρχή μιας αγωνιστικής σεζόν και πολύ κοντά στην προετοιμασία, κρύβουν αρκετές παγίδες για τους θεωρητικά ισχυρούς. Ακόμα κι αν βρεθούν σε καλό επίπεδο απόδοσης, συχνά προδίδονται. 

Στο ζευγάρι του Παναθηναϊκού με τη Σαχτάρ ήταν φανερό, τουλάχιστον σε όσους βρέθηκαν στο γήπεδο και είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν όλο το εύρος του τερέν, ότι οι Ουκρανοί είναι «καλύτερη ομάδα». Ο τρόπος που τοποθετήθηκε ο Παναθηναϊκός απέναντί τους, μολονότι υπήρχαν στιγμές που έδειχνε ότι πάσχιζε να ακολουθήσει, αποδείχθηκε ως ο σωστότερος. Θα μπορούσε να φύγει με τη νίκη αν ο Σφιντέρσκι νικούσε τον Ρίζνικ ή αν κάποια από τις άλλες φάσεις που δημιούργησε, οι οποίες ήταν σαφώς χαμηλότερου κινδύνου, κατέληγαν στα δίχτυα. Από την άλλη, θα μπορούσε να βρεθεί και με την πλάτη στον τοίχο σε κάποια από τις στιγμές που οι Ουκρανοί έβγαιναν μπροστά με απίστευτη ταχύτητα και ένταση. Ή αν δεν υπήρχε το δίδυμο που δείχνει ότι μπορεί να εξελιχθεί σε νέα σταθερά.

Ο λόγος για το Πάλμερ Μπράουν – Τουμπά. Με εξαίρεση ένα λάθος που οδήγησε στη χαμένη ευκαιρία του Άλισον Σαντάνα ο Αμερικανός στόπερ ήταν κομβικός. Το γεγονός ότι κατάφερε να ξεπεράσει και σε ψυχολογικό επίπεδο το λάθος του τόσο νωρίς και να παραμείνει συγκεντρωμένος, «ανεβάζει» ακόμα περισσότερο τον βαθμό του σ’ ένα ματς που χρειάστηκε να είναι παντού, να κόψει μπάλες με κάθε δυνατό τρόπο, να ακολουθήσει ταχύτατους αντιπάλους, να κερδίσει μονομαχίες, να «καταπιεί» χιλιόμετρα. 

Ας μην ξεχνάμε το πόσο έχει υποφέρει από τραυματισμούς, ότι είναι πλέον 28 ετών, προέρχεται από πολύμηνη αποχή, από χειρουργείο και ατελείωτες αποθεραπείες. Τα σωματικά του προσόντα σε συνδυασμό με το «διάβασμα» των φάσεων τον καθιστούν ένα εργαλείο που αν καταφέρει να προστατευτεί από τραυματισμούς και συνεχίσει να βρίσκεται σε υψηλά σωματικά στάνταρ, μπορεί να κάνει τη διαφορά. Αντίστοιχα πολύ ενθαρρυντικό δείχνει το ταίριασμά του με τον Τουμπά, τον κεντρικό αμυντικό που αποκτήθηκε φέτος, διαθέτοντας χαρακτηριστικά που μπορούν να κουμπώσουν με τον Πάλμερ και οι δυο τους να αποτελέσουν ένα βασικό δίδυμο που θα μπορέσει να στηρίξει τον Παναθηναϊκό σε όλες τις φάσεις του παιχνιδιού.

Τι εννοούσε ο Βιτόρια με την ατάκα «φέτος οι παίκτες μας πρέπει να είναι έτοιμοι να… μην παίξουν»;

Ο Ρουί Βιτόρια έδωσε μία πολύ ενδιαφέρουσα ατάκα, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, μετά το ματς του Παναθηναϊκού με τη Σαχτάρ.

Υπογραμμίζω, είναι ακόμα νωρίς κι αυτά που βλέπουμε είναι μόνο δείγματα. Υπάρχουν πολλά στοιχεία που πρέπει να βελτιωθούν με πρώτο και βασικότερο τη σχέση εμπιστοσύνης της αμυντικής τετράδας με τον τερματοφύλακα. Ωστόσο φαίνεται να υπάρχει το έδαφος για καλή και ουσιαστική εξέλιξη μεταξύ των δύο, καθώς και μια χημεία που συχνά αποδεικνύεται σημαντικότερη ακόμα κι από τα ατομικά χαρακτηριστικά.

Παναθηναϊκός και Σαχτάρ «μετρήθηκαν» και κανείς δεν βγήκε νικητής. Οι Ουκρανοί παραμένουν φαβορί, ωστόσο στην ουδέτερη έδρα της Κρακοβίας  η θολή έννοια της «καλύτερης ομάδας» μπορεί να βρει για μια ακόμα φορά εφαρμογή, αν ο Παναθηναϊκός παρουσιαστεί και πάλι συγκεντρωμένος στο πλάνο και εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που έδειξε ότι δεδομένα μπορεί να βρει.