Οτιδήποτε υπερβαίνει του μέτρου στον (πρω)αθλητισμό, βλάπτει. Ούτε οι αφορισμοί ταιριάζουν στην περίσταση με τις κρυμμένες φαλτσέτες και τα τσεκούρια κάτω από το μαξιλάρι, ούτε οι υπερβολές σε βαθμό εθελοτυφλίας. Η Εθνική ομάδα αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων και δίκαια έχασε το τρένο για τον πρώτο της τελικό σε Ευρωμπάσκετ μετά από 20 χρόνια. Ουδεμία σχέση όμως έχει κάτι τέτοιο με ιστορικούς παραλληλισμούς αλλά από την αντίστροφη όπως «τη μάχη του Δράμαλη», γνωστή ως εκείνη των Δερβενακίων. Τέντωμα ανόμοιων περιστάσεων αφού «χάριν υπερβολής» πολλές… ποιητικές αδείες γράφονται και λέγονται.
Μερικές ώρες έπειτα από τη βαριά ήττα της Εθνικής ομάδας από την αντίστοιχη της Τουρκίας, η οποία αποτελεί την πιο… ασήκωτη των τελευταίων 50 και πλέον ετών στα παιχνίδια των δύο Εθνικών ομάδων και τη δεύτερη πιο βαριά σε ημιτελικό Ευρωμπάσκετ, η σκόνη έχει κάτσει. Και τα συμπεράσματα βγαίνουν με λιγότερο συναίσθημα άρα και περισσότερη λογική.
Μεγαλώνουμε με μία «πιπίλα», ορθή στη βάση της. «Στη ζωή δεν υπάρχει δεν μπορώ αλλά δεν θέλω». Μόνο που στον πρωταθλητισμό παίζει και ο άλλος και ο ημιτελικός της Εθνικής απέναντι στην Τουρκία απέδειξε πως μπορούν να υπάρχουν κάλλιστα και τα δύο.
Δεν χωρά αμφιβολία πως εκείνο που «κλώτσησε» και πόνεσε περισσότερο δεν ήταν η ουσία αυτή καθ’ αυτή, αφού η Τουρκία ποιοτικά και σε άθροισμα ήταν ανώτερη αλλά ο τρόπος με τον οποίο ήρθε η ήττα.
Η Εθνική αιχμαλωτίστηκε, δεν παρουσίασε plan b. Ούτε έθεσε σε αμφισβήτηση το πρωτεύον της αντίπαλης ομάδας για να την αναγκάσει να προχωρήσει σε δευτερεύοντες σχεδιασμούς. Το είπε και ο Βασίλης Σπανούλης στις δηλώσεις του μερικές ώρες μετά και πριν τον μικρό-μεγάλο τελικό με τη Φινλανδία. «Το παρατήσαμε μετά από κάποια στιγμή τον αγώνα και αυτό ήταν το πιο άσχημο».
Η «Επίσημη Αγαπημένη» δεν έπεσε αμαχητί. Συχνά μπερδεύεται η λαϊκή απαίτηση με την πραγματικότητα. Θεωρεί ο ακροατής ή ο τηλεθεατής, πως το θέλει περισσότερο από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές. Δεν είναι μονάχα ελληνικό γνώρισμα.
Μα είναι δυνατόν; Δηλαδή το θέλαμε όλοι περισσότερο από τον Σπανούλη, τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, τον Κώστα Παπανικολάου, τον Κώστα Σλούκα και τα υπόλοιπα παιδιά που αποδέχονται το κάλεσμα της Εθνικής τόσα καλοκαίρια αλλά δεν έχουν φορέσει κάποιο μετάλλιο στο στήθος; Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά.
Δύο όμως είναι τα κρατούμενα. Από τη μία το διάβασμα του παιχνιδιού από πλευράς Τουρκίας και από την άλλη, η κατώτερη των περιστάσεων Εθνική σε επίπεδο προσώπων. Ένα σύνολο που θύμισε την με Γιάννη «γαλανόλευκη» πριν το 2022, όταν τροφοδοτούσε τον Greek Freak και περίμενε να περάσει εκείνος ανάμεσα από τείχους και συμπληγάδες πέτρες. Με στατικότητα και έλλειψη φαντασίας.
Η πραγματικότητα είναι πως ακόμα και 10 φορές να γινόταν ο ημιτελικός με την Τουρκία έτσι όπως παρουσιάστηκαν οι δύο ομάδες και της δέκα η Εθνική Ελλάδος θα έχανε. Αυτή είναι και η ομορφιά του μπάσκετ, η δίκαιη φύση του.
Το ελληνικό αντιπροσωπευτικό συγκρότημα που έχει ήδη κατορθώσει ένα πολύ σημαντικό επίτευγμα με την πρόκριση στην 4άδα δεν χρωστάει τίποτα και σε κανέναν. Το χαμηλό προφίλ, η συντονισμένη δουλειά και το γεγονός ότι πήρε όσα οι διασταυρώσεις της έδωσαν, έφεραν το σύνολο του Σπανούλη να παίζει για μία θέση στο βάθρο των νικητών μετά από 16 χρόνια.
Έπαιζαν κι άλλοι. Και αυτοί ήταν πιο έτοιμοι, πιο αποφασισμένοι, πιο διαβασμένοι. Δεν το ήθελαν περισσότερο, το διακύβευμα ήταν ούτως ή άλλως μεγάλο. Στην άλλη πλευρά του τούνελ, βρισκόταν η εξασφάλιση ενός μεταλλίου και η θέση σε τελικό. Δεν έχει την πολυτέλεια κανένα από τα δύο αυτά αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα, να υποβαθμίζει κανέναν αγώνα που διακυβεύεται η διάκριση. Το παλμαρέ δεν είναι και τόσο γεμάτο δα.
Και κάπως έτσι, ο διασυρμός από την Τουρκία έφερε την μεγαλύτερη ίσως πρόκληση στην σύντομη μέχρι τώρα προπονητική καριέρα του Βασίλη Σπανούλη. Την επιχείρηση ανασύνταξης μετά από μια τόσο δύσκολη, για πολλούς λόγους, βραδιά. Και μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να δοκιμαστεί ο χαρακτήρας αυτής της Εθνικής ομάδας. Που άκουσε πολλά πριν ξεκινήσει στην Κύπρο την προσπάθειά της αυτή.
Ας αναλογιστεί ο καθένας μέσα του που θεωρεί «ασυγχώρητη» την εμφάνιση της Εθνικής και αποτυχία την παρουσία σε έναν μικρό Τελικό, αν του έλεγαν στις 25 Αυγούστου ή ακόμα καλύτερα στις 25 Ιουλίου που είχαν γίνει γνωστές και οι απουσίες, πως η «γαλανόλευκη» θα βρισκόταν ακόμα στη Ρίγα παλεύοντας για ένα μετάλλιο, δεν θα το αγόραζε;
ΥΓ: Αχρείαστη και «φάουλ» η ανάρτηση του Σενγκούν, του σούπερ σταρ αυτού του συνόλου. ΠΑΙΚΤΑΡΑΣ αδιαμφησβήτητα, που θα μπορούσε όμως να έχει επιλέξει ένα άλλο ερωτικό τραγούδι για να συνοδέψει την απολύτως δικαιολογημένη χαρά και περηφάνεια του.