Ο Λορέντζο Πιρόλα παίρνει όλο και περισσότερο χρόνο συμμετοχής, στα τελευταία παιχνίδια του Ολυμπιακού.
Μάλιστα, ο Ιταλός αμυντικός παραχώρησε συνέντευξη στον συμπατριώτη του δημοσιογράφο, Τζιανλούκα Ντι Μάρτζιο, μιλώντας για την εμπειρία του μέχρι τώρα, αλλά και τους στόχους του στην Ελλάδα.
Παράλληλα, τόνισε πως δεν ήταν καθόλου δύσκολο για εκείνον να υπογράψει στην ομάδα του Πειραιά, για έναν απλό λόγο.
«Όταν ήμουν στην προετοιμασία με τη Σαλερνιτάνα, ήξερα ότι ο σύλλογος, μετά τον υποβιβασμό, θα άλλαζε πολλά. Επειδή ήμουν από τους παίκτες με μεγαλύτερη ζήτηση, ήξερα ότι θα φύγω κατά 99%. Η μεταγραφή στον Ολυμπιακό έγινε πολύ γρήγορα: μετά την πρώτη επαφή, μέσα σε λιγότερο από μία εβδομάδα ήμουν ήδη στην Αθήνα για να υπογράψω. Με έπεισε αμέσως το πρότζεκτ: ένας ιστορικός σύλλογος, η δυνατότητα να παίξω στην Ευρώπη και να διεκδικήσω τρόπαια», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ουσιαστικά, το κύρος του Ολυμπιακού και η συμμετοχή του στις διοργανώσεις της UEFA, ιδίως μετά και την κατάκτηση του Conference League έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.
Για τον σύλλογο ανέφερε: «Εδώ αισθάνεσαι την πίεση μιας μεγάλης ομάδας. Το περιβάλλον είναι απαιτητικό, πρέπει να κερδίζεις κάθε αγώνα. Το μέγεθος αυτού του συλλόγου είναι εμφανές από την πρώτη στιγμή. Το Καραϊσκάκης είναι ένα πολύ καυτό γήπεδο. Νιώθεις έντονα την πίεση και τη σημασία κάθε αγώνα, ειδικά στην Ευρώπη, όπου ένα γκολ μπορεί να κάνει τη διαφορά».
Για τους στόχους του: «Θέλω να κατακτήσω το πρώτο μου τρόπαιο φέτος και να συνεχίσω την εξέλιξή μου εδώ στον Ολυμπιακό. Έχουμε αρκετές διοργανώσεις τις οποίες διεκδικούμε. Τον Ιούνιο θα διεξαχθεί το Euro Κ21, και το όνειρό μου είναι να ολοκληρώσω την πορεία μου με την εθνική νέων σηκώνοντας το τρόπαιο. Το να έχω την τιμή και την ευθύνη του αρχηγού είναι ιδιαίτερο συναίσθημα. Έχω περάσει από όλες τις ηλικιακές κατηγορίες της εθνικής, από την Κ15. Το να κερδίσω το Euro Κ21 ως αρχηγός θα ήταν σαν να ολοκληρώσω έναν κύκλο».
Για την αποχώρησή του από την Ιταλία: «Δεν με επηρέασε ιδιαίτερα. Σίγουρα μου λείπουν η οικογένεια και οι φίλοι μου, αλλά είμαι τυχερός που είναι η σύζυγός μου εδώ μαζί μου. Η Αθήνα είναι μια πανέμορφη πόλη, παρόμοια με την Ιταλία σε πολλά. Μένουμε κοντά στη θάλασσα και είμαστε χαρούμενοι εδώ».
Για την Ίντερ και το πέρασμά του από το Μιλάνο: «Είχα ενσωματωθεί στην πρώτη ομάδα υπό τις οδηγίες του Αντόνιο Κόντε, για τον οποίο θα είμαι πάντα ευγνώμων. Ο προπονητής είχε υψηλές απαιτήσεις ακόμη και από εμάς τους νεότερους. Το επίπεδο ήταν πολύ υψηλό. προσπαθούσα πάντα να πάρω το καλύτερο από παίκτες, όπως ο Σκρίνιαρ, ο Ντε Φράι και ο Μπαστόνι, Ίσως επειδή ήμουν ο νεότερος της ομάδας, όλοι ήταν πολύ διαθέσιμοι και πρόθυμοι να με βοηθήσουν να βελτιωθώ. Ήταν μήνες που με ωφέλησαν πολύ.
Όταν έπαιζα στις ακαδημίες της Ίντερ, ο Σεμπαστιάνο Εσπόζιτο ήταν ανίκητος, πρέπει να είχε βάλει 100 γκολ σε 3 χρόνια. Είμαι πολύ χαρούμενος που τώρα τα πάει τόσο καλά στην Έμπολι. Θυμάμαι επίσης τα ντέρμπι απέναντι στον Λορέντσο Κολόμπο, που ήταν πάντα δυνατά παιχνίδια γιατί είναι εξαιρετικός επιθετικός. Στη Μόντσα είχα δύο εξαιρετικούς συμπαίκτες, τον Κολπάνι και τον Ντι Γκρεγκόριο. Ένας άλλος ταλαντούχος παίκτης και πολύ καλός μου φίλος είναι ο Εντουάρντο Μπόβε.
Μιλάμε συχνά, ξέρω ότι είναι καλά, κι αυτό είναι το πιο σημαντικό. Θέλω να του στείλω τις καλύτερες ευχές μου και μια μεγάλη αγκαλιά. Ο παίκτης που με εντυπωσίασε περισσότερο απ’ όλους ήταν ο Λουκάκου. Τον είχα τόσο ως συμπαίκτη όσο και ως αντίπαλο, αλλά το να τον βλέπεις καθημερινά στις προπονήσεις ήταν εντυπωσιακό».