Η είδηση πως ο Τζενάρο Γκατούζο αναλαμβάνει τα ηνία της εθνικής ομάδας της Ιταλίας, προκάλεσε ένα μικρό «σοκ».

Η FIGC, η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της γειτονικής χώρας, μετά την αρνητική απάντηση που έλαβε από τον Κλαούντιο Ρανιέρι, προχώρησε σε μία άλλη μεγάλη προσωπικότητα του ιταλικού ποδοσφαίρου, που πέρασε από τα ελληνικά γήπεδα.

Ο λόγος για τον άλλοτε θρυλικό αμυντικό χαφ της Μίλαν, Τζενάρο Γκατούζο.

Τελευταίος σταθμός της καριέρας του ήταν η Χάιντουκ, ομάδα στην οποία συνεργάστηκε με τον άλλοτε επιθετικό της ΑΕΚ, Μάρκο Λιβάγια.

Πριν από αυτήν, πέρασε από τον πάγκο της Μαρσέιγ, της Βαλένθια, της Νάπολι, της Μίλαν, ενώ στο ξεκίνημα της καριέρας του, είχε αναλάβει τον ΟΦΗ για περίπου έξι μήνες!

Λίγοι δεν θυμούνται, άλλωστε, το επικό «ξέσπασμά» του, σε μία… μίξη ιταλικών και ελληνικών!

Το σκεπτικό της επιλογής

Στα 47 του χρόνια και μετά από 12 έτη προπονητικής καριέρας, στο παλμαρέ του Τζενάρο Γκατούζο εντοπίζεται μόνο ένα Κύπελλο Ιταλίας, με τη Νάπολι το 2020.

Πολύ λογικά, λοιπόν, η επιλογή του, ως διάδοχος του Λουτσιάνο Σπαλέτι, προκάλεσε ένα μικρό «σοκ». Τόσο στα ΜΜΕ της Ιταλίας, όσο και στους φιλάθλους του ποδοσφαίρου σε αυτήν.

Ο άλλοτε συμπαίκτης του και νυν αθλητικός διευθυντής στην Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου της Ιταλίας, Τζιανλουίτζι Μπουφόν, τόνισε, μιλώντας στο Rai Sport:

«Δουλέψαμε σκληρά αυτές τις ημέρες, για την επίτευξη του deal. Ήταν η καλύτερη επιλογή, που θα μπορούσαμε να κάνουμε».

Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος Γκραβίνα της FIGC ανέφερε πως «ο Γκατούζο είναι ένα σύμβολο του ιταλικού ποδοσφαίρου. Το μπλε γι’ αυτόν, είναι σαν δεύτερο δέρμα. Τα κίνητρά του, ο επαγγελματισμός του και η εμπειρία του, είναι θεμελιώδη για την επόμενη ημέρα της εθνικής ομάδας».

Εν ολίγοις, πέραν των προπονητικών του ικανοτήτων, οι ιθύνοντες «ποντάρουν» στην επαναφορά της εθνικής ομάδας της Ιταλίας στις βασικές της αρχές: το πάθος, την τακτική οργάνωση και τη δυσκολοκατάβλητη άμυνα.

Αρχές, που για να είμαστε ειλικρινείς, έχει χάσει εδώ και αρκετά χρόνια, χάνοντας δηλαδή την «ταυτότητά» της.