Αυτό που μένει πάντα είναι η γεύση του τέλους, το αποτέλεσμα, με συνέπεια να λησμονούνται λεπτομέρειες, μικρές και μεγάλες στη διάρκεια ενός ενενηντάλεπτου. Είτε θετικές είτε αρνητικές.

Στα 57’ που ο Παναθηναϊκός έπαιξε με 11 παίκτες απέναντι στους Ρέιντζερς, υπήρξαν πολλά στοιχεία που οφείλει να κρατήσει για τη συνέχεια. Ο τρόπος που σταμάτησε την κυκλοφορία των γηπεδούχων, η δημιουργία, η τακτική, οι συνεργασίες, η ατομική απόδοση αρκετών ποδοσφαιριστών.

Το 2-0 και οι λίγες, βάσει αποτελέσματος, ελπίδες πρόκρισης είναι όμως αυτό που τελικά σημαδεύει τη μεγάλη εικόνα της Γλασκώβης.

Ο Παναθηναϊκός προσαρμόστηκε γρήγορα

Ο Παναθηναϊκός ζύγισε το ματς στα πρώτα λεπτά, με τους Ρέιντζερς να δείχνουν ότι πατάνε καλύτερα και ότι μέσω της κατοχής μπορούν να βρουν τον ρυθμό που θα τους επιτρέψει τις κινήσεις στην πλάτη της μεσαία γραμμής των φιλοξενούμενων. Ωστόσο, γρήγορα η ομάδα του Βιτόρια προσαρμόστηκε στις συνθήκες του αγώνα. Προσάρμοσε την πίεση, ανέβασε ψηλότερα παίκτη στον άξονα σε κατάσταση άμυνας και κατάφερε να χαλάσει το μπιλντ απ των τζερς. Η στιγμή της διπλής ευκαιρίας με το σουτ του Τζούρισιτς και το απίθανο δοκάρι του Πεγίστρι στη συνέχεια ήταν κομβική για την ψυχολογία και τις ισορροπίες του αγώνα.

 Οι “πράσινοι” πατούσαν πολύ καλύτερα στον αγωνιστικό χώρο, ήταν εμφανές ότι είχαν δουλέψει το ματς καλύτερα και κρατούσαν τον αντίπαλο σε κατάσταση που ουσιαστικά δεν δημιουργούσε υποψία κινδύνου. Ο Πάλμερ Μπράουν έχασε μια ακόμα καλή ευκαιρία, ενώ οι Τζερς απείλησαν για πρώτη φορά λίγο πριν τη λήξη του πρώτου μέρους. Στα τελευταία 15 λεπτά η πίεση ελαττώθηκε, με τους πράσινους να ψάχνουν το χτύπημα στις μεταβάσεις, χωρίς ωστόσο να αλλάζουν το σκορ του αγώνα. Η μεσαία γραμμή, που σε μια πρώτη ανάγνωση έμοιαζε να στερείται έντασης, ήταν εκπληκτική. Ο Τσιριβέγια ήταν παντού, ο Μαξίμοβις λειτουργούσε πολύ καλά στο πλευρό του και ο Μπακασέτας μπροστά τους ήταν πολύ βοηθητικός τόσο σε πίεση όσο και σε οργάνωση.

Το σκωτσέζικο ντους του δευτέρου μέρους

Ο Παναθηναϊκός έφτιαξε άλλη μια εκπληκτική διπλή ευκαιρία στο ξεκίνημα του δευτέρου μέρους με Τζούρισιτς-Μαξίμοβτς και ο άγραφος νόμος του ποδοσφαίρου επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά. Μετά τις χαμένες ευκαιρίες, ο Κέρτις με μια εκπληκτική ενέργεια και σουτάρα στη γωνία του Ντραγκόφσκι, άνοιξε το σκορ για τους Σκωτσέζους. Εκ πρώτης το γκολ δεν επηρέασε τους παίκτες του Βιτόρια. Ωστόσο, λίγο μετά ήρθε η δεύτερη κίτρινη του Βαγιαννίδη για ν’ αλλάξει τις ισορροπίες. 

Ο Παναθηναϊκός πλέον είχε ως βασικό ζητούμενο να μην “ανοίξει” το σκορ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αντιμετώπισε το ματς με φόβο. Ο Μπακασέτας άφησε τη θέση του στον Κώτσιρα, ο Παναθηναϊκός έδωσε μέτρα στους Σκωτσέζους, που προσπάθησαν να ανοίξουν σε πλάτος το ματς για να αυξήσουν τις αποστάσεις των γραμμών και να εκμεταλλευτούν το αριθμητικό τους πλεονέκτημα. Οι πράσινοι δημιούργησαν κάποιες επικίνδυνες προϋποθέσεις στην κόντρα, ο Ντραγκόφσκι σταμάτησε δις τον Ράσκιν και στο 75’ οι γηπεδούχοι με τριπλή αλλαγή τα έπαιξαν όλα για όλα. Οι αλλαγές σε πτέρυγα (Μαντσίνι αντί Τζούρισιτς και κέντρο επίθεσης (Σφιντέρσκι αντί Ιωαννίδη) δεν κατάφεραν να δώσουν έξτρα ενέργεια και να ανεβάσουν ψηλότερα την πίεση, με τους ανανεωμένους Τζερς να χτυπάνε στην αντεπίθεση μετά από απόπειρα του Μαξίμοβιτς για πρες και τον νεοεισελθόντα Γκασαμά να γράφει το 2-0, το οποίο ήταν και το τελικό σκορ της αναμέτρησης. 

Το αποτέλεσμα ήταν σκληρό για τον Παναθηναϊκό, που βάσει της εικόνας του δικαιούταν πολλά περισσότερα στο πρώτο επίσημο ματς της σεζόν. Στην Ευρώπη, απέναντι σε μια βρετανική ομάδα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο σωματικότητας και ετοιμότητας. Τα όσα έκανε όμως στο διάστημα που το παιχνίδι ήταν 11 εναντίον 11, κρατούν ζωτανή την ελπίδα της πρόκρισης στο ΟΑΚΑ.