Υπάρχουν σχέσεις στο μπάσκετ που ξεπερνούν τις μπάλες και τα καλάθια. Σχέσεις που μοιάζουν περισσότερο με προσωπική ιστορία, με συναισθηματικό συμβόλαιο. Μια τέτοια ήταν και η σχέση του Γιαννούλη Λαρεντζάκη με την ΑΕΚ.
Όταν ο «Λάρυ» ήρθε στην Ένωση, δεν ήταν ακόμη ο κατασταλαγμένος παίκτης που είναι σήμερα. Ήταν ταλέντο, ενέργεια, φλόγα. Η ΑΕΚ τού έδωσε χώρο, πίστη, σκηνή. Εκείνος της έδωσε το πάθος του, τα νύχια του σε κάθε άμυνα, το πείσμα σε κάθε κατοχή. Μαζί πανηγύρισαν τίτλους: BCL, Κύπελλο, στιγμές που θα γράφονταν με χρυσά γράμματα στην ιστορία του συλλόγου.
Η σχέση τους δεν ήταν ποτέ «ήσυχη». Ο Λαρεντζάκης είναι παίκτης που παίζει με την καρδιά στο χέρι και τη σπίθα στο βλέμμα. Δεν θα ήταν ποτέ «απλός στρατιώτης». Ήταν ο παίκτης που ζούσε για να σηκώσει την εξέδρα, που επεδίωκε τη σύγκρουση αν χρειαζόταν. Κι η ΑΕΚ, μια ομάδα με φανατικό κοινό και βαριά φανέλα, έμοιαζε σαν το φυσικό του περιβάλλον.
Όμως η ένταση που φτιάχνει τις μεγάλες αγάπες, είναι η ίδια που συχνά οδηγεί στο… τέλος τους. Ο αποχωρισμός δεν ήρθε απαλά. Αντίθετα, άφησε πικρία, μουρμούρες, ανείπωτα πράγματα. Και όταν οι δρόμοι τους ξανασυναντήθηκαν, τίποτα δεν ήταν όπως παλιά.
Αυτό αποδείχθηκε περίτρανα και στο πιο πρόσφατο παιχνίδι τους, στις 15 Μαΐου, στο Ολυμπιακό Κλειστό των Άνω Λιοσίων, στο πλαίσιο του δεύτερου ημιτελικού της Stoiximan Basket League.
Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη από νωρίς, με τον Λαρεντζάκη να εισέρχεται στο παρκέ φορτισμένος και έτοιμος να βοηθήσει την ομάδα του – ειδικά λόγω απουσιών. Το τρίποντο που πανηγύρισε άναψε τα πνεύματα και τα υβριστικά συνθήματα από την κερκίδα προς το πρόσωπό του γρήγορα ενόχλησαν τον ίδιο, που απευθύνθηκε στους διαιτητές.
Η ένταση κλιμακώθηκε όταν ο «Λάρυ», εν θερμώ και παρορμητικός όπως πάντα, έδειξε το έμβλημα του Ολυμπιακού στην εξέδρα, απαντώντας στην πρόκληση. Ήταν μια στιγμή που σφράγισε όχι μόνο το ματς, αλλά και το διχασμό που εξακολουθεί να χαρακτηρίζει τη σχέση του με την ΑΕΚ.
Ο κόσμος της ΑΕΚ δεν συγχώρεσε το «αντίο» – ίσως γιατί ποτέ δεν ένιωσε ότι ήταν δίκαιο. Ο Λαρεντζάκης δεν ξέχασε όσα πρόσφερε – και ίσως να περίμενε αναγνώριση. Από εκείνο το σημείο, κάθε αναμέτρηση μετατράπηκε σε συναισθηματικό ντέρμπι. Πιο δυνατό από το σκορ. Πιο σκληρό από κάθε φάουλ.
Πλέον, η σχέση τους μοιάζει με παλιό ερωτικό τραγούδι: με νόημα, με ένταση, με στίχους που πονάνε. Δεν ξεχάστηκε. Δεν έκλεισε. Απλώς πήρε μια άλλη μορφή – γεμάτη παρελθόν, φορτωμένη προσδοκίες και, ίσως, λίγη λύπη.
Ίσως, κάποτε, η ιστορία να γραφτεί πιο ήρεμα. Αλλά προς το παρόν, Λαρεντζάκης και ΑΕΚ παραμένουν δύο πρώην που δεν μπορούν να μιλήσουν χωρίς να υψώσουν τη φωνή. Δύο ονόματα ενωμένα από το παρελθόν και διχασμένα στο παρόν.