Η ζωή του Κόμπι Μπράιαντ περιγράφεται μέσα από το νέο ντοκιμαντέρ του CNN. Στην σειρά των τριών επεισοδίων με τίτλο «Kobe: The Making of a Legend», βλέπει κανείς την πορεία του μπασκετικού θρύλου μέχρι την κορυφή.
Μέσα σε αυτή, εμπεριέχεται και το κεφάλαιο της ζωής του στην Ιταλία. Πώς ένα γηπεδάκι σε μια μικρή πόλη της Ιταλίας, διαμόρφωσε τον πέντε φορές πρωταθλητή του ΝΒΑ και τι έχουν να πουν οι οικείοι του από την παιδική ηλικία;
Η ζωή στην Ιταλία
Ο Κόμπι, πριν ξεκινήσει την καριέρα, που έμελλε να είναι από τις πλουσιότερες στο αμερικανικό μπάσκετ, ζούσε με την οικογένεια του, σαν παιδί στην Ιταλία. Ο Τζό Μπράιαντ , πατέρας του Κόμπι, πήρε την οικογένεια του για να εγκατασταθεί στην Reggio Emilia, μια μικρή και γραφική πόλη στην Ιταλία.
Και αυτό, διότι υπήρξε και ο ίδιος επαγγελματίας μπασκετμπολίστας και όταν αποφάσισε να αποχωρήσει από τους Χιούστον Ρόκετς και την Αμερική, έδωσε συνέχεια στην καριέρα του στην Ευρώπη και συγκεκριμένα την Παλκανέστρο Ρετζιάνα, ομάδα της περιοχής.
Ο νεαρός τότε «Black Mamba» ήταν μόλις 6 χρονών, όμως η αγάπη του για τα αθλήματα είχε ήδη εκδηλωθεί. Έπαιζε.. ποδόσφαιρο για πολύ καιρό. Το μπάσκετ υπήρχε στην ζωή του από πάντα.. Και έτσι, δεν άργησε η στιγμή που ξεκίνησε και αυτός να παίζει. Σε ένα γηπεδάκι, σε μια μικρή παιδική χαρά, δίπλα στην εκκλησία της περιοχής.
«Θυμάμαι ότι ο Κόμπι ήταν πάντα διαθέσιμος να παίξει μπάσκετ»
Μέρος, αρκετά «μουντό» για να ξεκινήσει την αργότερα… υπέρλαμπρη καριέρα του. Εκεί, όμως έμελλε να γνωρίσει έναν εκ των παιδικών του φίλων και πρώην συμπαίκτη του, Μάρκο Φεραρόνι. Με τον νεαρό Ιταλό, ο Κόμπι προπονούταν ώρες ατελείωτες σε εκείνο το μικρό γηπεδάκι.
Ο Φεραρόνι, μιλά στο ντοκιμαντέρ του CNN για τις προπονήσεις και τα παιχνίδια τους και για την άδεια που ζητούσαν από τον ιερέα να ανοίγει το γήπεδο… κατ’ εξαίρεση!
«Περνούσαμε ώρες εκεί. Μία από τις αναμνήσεις μου από τον Κόμπι είναι ότι ήταν πάντα εκεί. Θυμάμαι ότι ήταν πάντα διαθέσιμος να παίξει μπάσκετ, ακόμα και για μονό, περνούσαμε ολόκληρα απογεύματα παίζοντας μονό ή κάνοντας διαγωνισμούς τριπόντων. Ήταν πάντα εκεί για το μπάσκετ».
Οι δυο τους έπαιξαν μαζί στην τοπική ομάδα νέων για δύο χρόνια, με τον Μπράιαν να παίζει με αγόρια μεγαλύτερης ηλικίας, επειδή ήταν ήδη… πολύ καλός για τους συνομηλίκους του.
Ακόμα και όταν δεν υπήρχε οργανωμένη προπόνηση, ο Κόμπι πήγαινε να παίξει μαζί με τον Μάρκο και ζητούσαν να τους ανοίξουν το γηπεδάκι, μόνο για εκείνους.
«Θυμάμαι ένα πολύ μεγάλο απόγευμα Σαββάτου που έπαιζα μαζί του. Παίζαμε όλο το απόγευμα και ήταν πολύ δύσκολο να φύγουμε, γιατί ο Κόμπι δεν ήθελε να φύγει έχοντας χάσει το τελευταίο παιχνίδι – ήμουν έναν χρόνο μεγαλύτερος και συνέβαινε μερικές φορές να χάνει. Και ήταν σαν: “Όχι, όχι, όχι, παίξε άλλο ένα, παίξε άλλο ένα. Θέλω να κερδίσω. Παίξε άλλο ένα.” Έτσι, ήταν σαν ένα ατέλειωτο απόγευμα παίζοντας μαζί του».
Και αυτό ακριβώς ήταν και το μυστικό της επιτυχίας του, αυτή η νοοτροπία που είχε από μικρό παιδί. Δουλειά, δουλειά και.. πολύ δουλειά. Αυτό υποστηρίζει και ο Φεραρόνι ότι τον έκανε να ξεχωρίσει, παρόλο που δεν ήταν πάντα σωματικά ανώτερος των αντιπάλων του. Αυτό, και η έφεση του στα τρίποντα, χαρακτηριστικό που «κληρονόμησε» από τον πατέρα του και δεν συνηθιζόταν στους Ιταλούς.
Ο Μπράιαντ δεν είχε και ιδιαίτερη αδυναμία στα γράμματα, γεγονός που η παιδική του φίλη Τζάντα Μασλοβάριτς, αντιλήφθηκε από την πρώτη κιόλας μέρα που κάθισαν στο ίδιο θρανίο. Περνούσαν ώρες κάνοντας ποδήλατο και τρώγοντας το διάσημο παγωτό της περιοχής, οραματιζόμενοι το μέλλον. «Ο Kobe δεν ενδιαφερόταν για κουτσομπολιά ή επιφανειακά πράγματα, αλλά όταν γελούσε, το έκανε με ειλικρίνεια, έτσι ήταν καλή παρέα», αποκαλύπτει η Μασλοβάριτς στο CNN.
Όταν έφυγε από την Ευρώπη για να επιστρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν πέρασε πολύς καιρός μέχρι να ξεχωρίσει. Επιλέχθηκε άμεσα από τους Σάλροτ Χόρνετς και το 1996 εντάχθηκε τελικά στην ομάδα με την οποία άφησε και ιστορία, τους Λος Άντζελες Λέικερς.
Η επιστροφή στην Ιταλία
Η παιδική του φίλη τον παρακολουθούσε από την Ιταλία και έβλεπε τον Μπράιαντ να γίνεται θρύλος του μπάσκετ, πατέρας και πρωταθλητής. Ωστόσο, οι δυο τους συναντήθηκαν ξανά πολύ αργότερα, το 2003.
Όταν ο Κόμπι επέστρεψε στην Ιταλία, πήγε να βρει την φίλη του στο μαγαζί ρούχων της μαμάς της. Εκεί, έδωσαν ραντεβού ξανά δύο μέρες μετά. Εκείνη την ημέρα, η Τζάντα Μασλοβάριτς, θυμάται να κάνει την πιο «βαθιά» και ουσιαστική κουβέντα που έχει κάνει ποτέ με τον Μπράιαντ.
«Πιστεύω ότι έχει αφήσει τη δυνατότητα σε κάθε παιδί, με ένα όνειρο να μπορέσει να το πραγματοποιήσει»
Στο ντοκιμαντέρ, αποκαλύπτει ότι της φάνηκε πως η Reggio Emilia ήταν το τελευταίο μέρος όπου ο Κόμπι μπορούσε να είναι φυσιολογικός και ότι η διαδικασία του να γίνει σούπερ σταρ είχε ένα… κόστος. Υπήρχε ένα στοιχείο απομόνωσης στη ζωή του, είπε, καθώς ο «Black Mamba» δεν ήξερε σε ποιον μπορούσε να έχει εμπιστοσύνη.
Αλλά ήταν ένα τίμημα που ο νεαρός που έπαιζε σε εκείνο το μικρό γήπεδο, σε μια ιταλική παιδική χαρά ήταν διατεθειμένος να πληρώσει, με όλη του την αγάπη για το μπάσκετ.
«Η περιγραφή που πήρα ήταν μιας όμορφης, εντυπωσιακής φυλακής, όχι φτιαγμένης από χρυσό, αλλά από πλατίνα, από διαμάντι, που ήταν η μετέπειτα ζωή του. Αυτή ήταν η ζωή που επέλεξε, γιατί αυτή η φυλακή του επέτρεπε να νιώθει αυτά τα εξαιρετικά ισχυρά συναισθήματα που ένιωθε μόλις πατούσε στο γήπεδο. Και όλες οι μπάρες, παρόλο που ήταν όμορφες και χρυσές, εξαφανίζονταν εκείνη τη στιγμή. Άξιζε τον κόπο.»
Αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που οι δυο τους συναντήθηκαν. Όπως και εκείνη, η πόλη της Reggio Emilia συγκλονίστηκε, με τους κατοίκους της να θρηνούν. Στα χρόνια που ακολούθησαν, μια πλατεία στην πόλη ονομάστηκε προς τιμήν του Μπράιαντ και της κόρης του Τζιάνα.
«Πιστεύω ότι έχει αφήσει στη Reggio τη δυνατότητα σε κάθε παιδί, αγόρι ή κορίτσι, με ένα όνειρο και μια συνηθισμένη ζωή, να μπορέσει να το πραγματοποιήσει. Και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι εξαιρετικό.», δηλώνει κλείνοντας η παιδική του φίλη Τζάντα, για την ανεκτίμητη κληρονομία που άφησε πίσω του ο θρύλος που ακούει στο όνομα Κόμπι Μπράιαντ.