Από το απόγευμα της Τρίτης (24/11), Λάζαρος Ρότα και Μάριος Ηλιόπουλος έδωσαν «τέλος» σε μία ανοικτή υπόθεση, προτού εξελιχθεί σε σίριαλ.

Το συμβόλαιο του μόνιμου δεξιού μπακ της ΑΕΚ φέτος, ολοκληρωνόταν το επερχόμενο καλοκαίρι. Οι δύο πλευρές έκατσαν στο τραπέζι, με σαφή διάθεση του ισχυρού άνδρα της «Ένωσης», να ικανοποιήσει τα «θέλω» του Έλληνα διεθνή και να τον διατηρήσει στο ρόστερ και των επόμενων σεζόν.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι διαπραγματεύσεις «έκλεισαν» σε ένα ποσό κοντά στο 1.000.000 ευρώ ετησίως και ο Λάζαρος Ρότα ανανέωσε τη συνεργασία του με την ΑΕΚ, έως το 2030.

Η επιβράβευση για μία πορεία που λίγα χρόνια πριν, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί.

Ο «τρίτος» που αποδείχθηκε πρώτος

Ο Λάζαρος Ρότα είναι ένα ποδοσφαιρικό case study. Πολλές φορές βρέθηκε στο «σημείο μηδέν», αλλά πάντα έβγαινε νικητής. Και για να το εξηγήσει κανείς, πρέπει να γυρίσει αρκετά χρόνια πίσω.

Η ΑΕΚ τον απέκτησε τον Σεπτέμβριο του 2021, ως ελεύθερο από τη Φορτούνα Σίταρντ. Μετά την ολοκλήρωση των μεταγραφών, χάρις τη δική του επιμονή.

Εκεί, είχε βρεθεί με μεταγραφή από τη Μιχαλόβτσε, στην οποία κατέληξε μετά από τη Σλαβόι Τρεμπίσοφ. Πρώτη και δεύτερη κατηγορία της Σλοβακίας, αντίστοιχα.

Πώς κατέληξε εκεί; Επειδή ο Ηρακλής υποβιβάστηκε τη σεζόν 2016/17 και τα τμήματα υποδομής του διαλύθηκαν.

Δεν τα παράτησε. Έμεινε έξι μήνες χωρίς ομάδα, είδε μία «χαραμάδα» τον Ιανουάριο του 2018, είπε το «πάμε» και μετά από 2.5 χρόνια από εκείνο το σημείο «μηδέν», ντεμπούταρε με την Εθνική Ελλάδας.

Credits: Intime

Έναν χρόνο αργότερα, πήγε στην ΑΕΚ ως τρίτος. Πίσω από τον Κλεμάν Μισελέν, που ασχέτως πώς αποχώρησε, είχε έρθει με «δάφνες» από τη Λανς και πίσω από τον Μιχάλη Μπακάκη, που για την ΑΕΚ ήταν μία σταθερά, εκείνα τα χρόνια.

Ο Βλάνταν Μιλόγεβιτς, τότε προπονητής της, δεν του έδωσε λεπτό συμμετοχής, αλλά αποχωρεί νωρίς. Αναλαμβάνει ο Αργύρης Γιαννίκης και από τις 17 Οκτωβρίου του 2021, έως και σήμερα, όσοι προπονητές κι αν πέρασαν από τον πάγκο της ΑΕΚ, πάντα ο Λάζαρος Ρότα ήταν στις πρώτες τους επιλογές.

Η χρηματιστηριακή του αξία (βάσει Transfermarkt), από τις 500 χιλιάδες εκτοξεύθηκε στα 3.000.000 ευρώ και όντας σταθερά στις κλήσεις της Εθνικής Ελλάδας, από εκείνη τη μία συμμετοχή του 2020, πλέον «μετρά» 25.

Και μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα, προφανώς και δεν ήταν όλα «ρόδινα». Τόσο για την ΑΕΚ, όσο και για τον ίδιο. Ειδικά μετά την περσινή της ήττα από τον Ολυμπιακό με 6-0, όπου τόνοι λάσπης πετάχτηκαν εναντίον του.

Δεν «έσπασε». Παρέμεινε στην ΑΕΚ, δούλεψε το καλοκαίρι, έπεισε έναν ακόμα νέο προπονητή πως αξίζε και στην κατάλληλη χρονική στιγμή, που εκτός από αναντικατάστατος, είναι και από τους πιο σταθερούς παίκτες της, υπέγραψε ένα συμβόλαιο αντάξιο της συνεισφοράς του, αλλά και της επιμονής του.

Ένα πραγματικό case study για όσα παιδιά «μπαίνουν» στο ποδόσφαιρο γεμάτα όνειρα και τα βλέπουν να γκρεμίζονται γρήγορα, ώστε να πιστέψουν πως με πολλή δουλειά και γενναίες αποφάσεις, όλα γίνονται.