Ήρθε στην Ελλάδα το 2005 και σίγουρα, ο Μίκαελ Νίλσον δεν περίμενε πως είκοσι χρόνια μετά, θα παραμένει τόσο ισχυρός ο δεσμός του με τη χώρα μας. Αφορμή για όλα αυτά, φυσικά, ο Παναθηναϊκός.
Δεν υπήρξε ποτέ ο σούπερ σταρ των «πρασίνων» ή της Σαουθάμπτον ή της Μπρόντμπι. Στην ιστορία, το όνομά του έμεινε ως εκείνο της σταθερότητας. Ενός «αγαπημένου παιδιού» των προπονητών.
Στην καριέρα του, ο Παναθηναϊκός άφησε ανεξίτηλο σημάδι: αυτός είναι ο σύλλογος, την φανέλα του οποίου φόρεσε περισσότερες φορές, από κάθε άλλον.
Ως σκάουτερ, πλέον, ο Μίκαελ Νίλσον έχει ως βάση του την Ελλάδα, στην οποία περνάει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου και λίγο πριν την αναμέτρηση της Μάλμε με τον Παναθηναϊκό, μία ομάδα της χώρας του και η άλλη που τον «σημάδεψε», δηλαδή, μίλησε στο Ole.gr.
Τόσο για το πολύ σημαντικό ματς την νύχτα της 6ης του Νοέμβρη στο πλαίσιο της League Phase του Europa League, όσο και για τις δύο θητείες του στο «τριφύλλι», από διαφορετικούς ρόλους.

«Ο Παναθηναϊκός θα συναντήσει μία διαφορετική Μάλμε»
Τι περιμένεις από το συγκεκριμένο ματς;
«Παναθηναϊκός και Μάλμε, είναι δύο ομάδες που δυσκολεύονται λίγο, αυτήν την περίοδο. Οπότε είναι δύσκολο να ξέρεις ακριβώς τι να περιμένεις. Για να είμαι ειλικρινής, η Μάλμε δεν είχε μια πολύ καλή σεζόν. Αλλά, εντάξει, υπάρχουν και εξηγήσεις γι’ αυτό.
Έφυγαν αρκετοί παίκτες. Σημαντικοί. Και το να τους αντικαταστήσουν δεν ήταν τόσο εύκολο όσο ίσως πίστευαν.
Αν κοιτάξεις, για παράδειγμα, τον περσινό αγώνα με τον ΠΑΟΚ, νομίζω πως η Μάλμε είναι αρκετά μακριά από εκείνη την περίοδο.
Παίζουν πολλοί νεαροί παίκτες, άλλαξαν προπονητή, αλλά, για να είμαι ειλικρινής, δεν άλλαξε και πολλά μετά την αλλαγή προπονητή. Πρέπει λίγο να ‘ξαναχτίσουν’ την ομάδα, ας πούμε, για την επόμενη σεζόν.
Νομίζω ότι το ίδιο ισχύει τώρα και για τον Παναθηναϊκό, με τον νέο προπονητή — και ειδικά όταν μιλάμε για έναν θρυλικό προπονητή όπως ο Ράφα Μπενίτεθ.
Βρίσκονται κι αυτοί σε μια νέα αρχή. Νομίζω θα είναι δύο ομάδες που ψάχνουν ακόμα την ταυτότητά τους.
Θα έδινα πάντως ένα μικρό προβάδισμα στον Παναθηναϊκό, αλλά όχι μεγάλο»
Όσον αφορά τον Ράφα Μπενίτεθ, τι φέρνει ένας προπονητής σαν αυτόν σε μια ομάδα; Αλλάζει την κατάσταση στα αποδυτήρια μόνο και μόνο με την παρουσία του;
«Προφανώς, το βασικό που φέρνει είναι η εμπειρία. Αυτό μπορεί να είναι πολύ σημαντικό ως προς τον τρόπο που θέλει να παίζει, πώς βλέπει τους παίκτες αλλά και τον βλέπουν εκείνοι. Δεν μπορώ να ξέρω λεπτομέρειες, δεν είμαι μέσα στον σύλλογο, αλλά σίγουρα είναι ένας πολύ έμπειρος προπονητής.
Έχει παίξει πολλά ευρωπαϊκά παιχνίδια. Αν δούμε το ματς της Πέμπτης, έχει μεγάλη εμπειρία από τέτοια ματς. Ξέρει τι να περιμένει.
Όμως είναι δύσκολο για έναν νέο προπονητή να έρθει και να αλλάξει τα πάντα μέσα σε δύο-τρεις εβδομάδες. Θέλει χρόνο για να κάνει την ομάδα να παίξει όπως θέλει. Και τώρα δεν μπορεί να φέρει νέους παίκτες. Πρέπει να δουλέψει με αυτούς που έχει. Δεν είναι εύκολο ούτως ώστε να φανεί μία άμεση αλλαγή. Είδαμε ότι δυσκολεύτηκε, νίκησε μια φορά και μετά έχασε από τον Βόλο».
Ποιο κομμάτι του παιχνιδιού του Παναθηναϊκού πιστεύεις ότι χρειάζεται βελτίωση;
«Δεν είδα το παιχνίδι με τον Βόλο, οπότε δεν μπορώ να σχολιάσω. Αλλά γενικά, στα ματς που είδα φέτος, ο Παναθηναϊκός έπαιξε καλά. Είδα το παιχνίδι με τη Γιουνγκ Μπόις στο Europa League — πολύ καλή εμφάνιση και εξαιρετικό αποτέλεσμα.
Οπότε, αν δεις τα αποτελέσματα, πέρα από αυτό το ματς, θα έλεγα ίσως… έχασαν 1-0, άρα δεν φταίει η άμυνα. Το πρόβλημα είναι μάλλον η επίθεση — πρέπει να δημιουργούν περισσότερες ευκαιρίες και να σκοράρουν περισσότερο, ειδικά απέναντι σε ομάδες όπως ο Βόλος, παρότι ο Βόλος ξεκίνησε καλά τη σεζόν.
Νομίζω είναι σημαντικό για τον Μπενίτεθ να περάσει τη φιλοσοφία του, να κάνει τους παίκτες να καταλάβουν τι θέλει. Να τους δώσει σιγουριά. Σε αρκετά ματς που είδα — στην προ Μπενίτεθ εποχή — ο Παναθηναϊκός δεν είχε ξεκάθαρο πλάνο. Δεν έβλεπες ταυτότητα ομάδας αλλά πόνταραν περισσότερο στην ατομική ποιότητα.
Χρειάζεται χρόνος, φυσικά. Ο Παναθηναϊκός έχει πολύ καλούς παίκτες, αλλά βασίζεται πιο πολύ σε ατομικές ενέργειες: να περάσουν τον αντίπαλο, να σκοράρουν με μια στημένη φάση, ένα φάουλ.
Πρέπει να λειτουργούν πιο ομαδικά, να δημιουργούν ευκαιρίες ως σύνολο. Δεν έβλεπα συχνά οργανωμένες κινήσεις, ‘μοτίβα’ παιχνιδιού.
Πρέπει να γίνουν περισσότερο ομάδα και λιγότερο μεμονωμένες μονάδες. Γιατί έχουν ποιότητα, δεν υπάρχει αμφιβολία, αλλά πρέπει να παίζουν περισσότερο ως σύνολο».
«Ποιους ξεχωρίζω στον Παναθηναϊκό, τι συνέβη με Στραματσόνι»
Υπάρχει κάποιος παίκτης από το τωρινό ρόστερ που σου αρέσει περισσότερο;
«Ναι, μου αρέσει ο Τετέ φυσικά. Πέρσι ήταν καλός, κυρίως σε ατομικό επίπεδο. Είναι παίκτης που σε διασκεδάζει, καλός με τη μπάλα, καλός στο ένας εναντίον ενός.
Μου αρέσει και ο Ισπανός αμυντικός χαφ — πολύ καλός με τη μπάλα. Ο Τσιριβέγια.
Ίσως η άμυνα είναι το σημείο που χρειάζεται λίγο φρεσκάρισμα, έστω κι αν αντιφάσκω λίγο».
Εκτός από ποδοσφαιριστής, υπήρξες και σκάουτερ στον Παναθηναϊκό. Πώς ήταν η εμπειρία;
«Μου άρεσε πολύ η δουλειά. Ήταν ενδιαφέρουσα και σημαντική. Γενικά πέρασα καλά. Εξαρτάται βέβαια από τον προπονητή, πόσο σε εμπλέκει».

Διάβασα τη συνέντευξή σου στη Σουηδία, όπου ανέφερες ότι με τον Αντρέα Στραματσόνι δεν ήταν η καλύτερη εμπειρία.
«Ναι, δεν ήταν. Ξέρω τη θέση μου — ως σκάουτερ δεν παίρνω εγώ τις τελικές αποφάσεις για το ποιον θα υπογράψει ο σύλλογος. Κάνω εισηγήσεις. Αξιολογώ παίκτες όπως τους βλέπω. Αν ο τεχνικός διευθυντής, ο προπονητής ή ο ιδιοκτήτης αποφασίσει διαφορετικά, εντάξει, δεν πειράζει.
Αλλά θέλεις να νιώθεις πως συμμετέχεις. Και αυτός είναι ο σωστός τρόπος — να συνεισφέρουν πολλοί, ώστε να βλέπεις έναν παίκτη από πολλές πλευρές πριν παρθεί η απόφαση.
Εκείνη την περίοδο δεν ήταν έτσι. Και είναι εντάξει. Αλλά αν δεν χρησιμοποιείς τους σκάουτερ σου, τότε δεν τους χρειάζεσαι. Και αυτό ισχύει για κάθε δουλειά. Δεν έχω πρόβλημα, αλλά στο τέλος δεν υπήρχε λόγος να είμαι εκεί».

Υπήρξε κάποιος παίκτης που πρότεινες από τη Σκανδιναβία και μετά έκανε μεγάλη καριέρα;
«Όχι, δεν θυμάμαι. Συζητήσαμε πολλούς, αλλά δεν θυμάμαι όλους.
Φυσικά έχω καλύτερη γνώση της Σκανδιναβίας, λόγω της καταγωγής μου. Από εκεί βγαίνουν πολλοί παίκτες, ειδικά νέοι που μετά ξεχωρίζουν στην Ευρώπη.
Οι σουηδικές ομάδες είναι πολύ καλές στο να αγοράζουν ταλέντα, να τα αναπτύσσουν και να τα πουλούν.
Η προσέγγιση είναι διαφορετική. Στην Ελλάδα θέλουν πιο έτοιμους παίκτες, όχι ταλέντα που χρειάζονται χρόνο. Γιατί ο τομέας της υπομονής και το περιθώριο σε μια μεγάλη ελληνική ομάδα είναι διαφορετική απ’ ό,τι σε μια σουηδική.
Αν κάνεις σκάουτινγκ για σουηδική ομάδα, το κάνεις με διαφορετικά κριτήρια απ’ ό,τι για τον Παναθηναϊκό».
Πριν γίνεις σκάουτερ, υπήρχε κι άλλος Σουηδός αγαπημένος των οπαδών — ο Μάρκους Μπεργκ. Μίλησες μαζί του πριν έρθεις στον Παναθηναϊκό;
«Όχι, δεν μίλησα μαζί του πριν. Τον έβλεπα συχνά όταν ήταν εδώ. Ήταν εξαιρετική μεταγραφή για τον Παναθηναϊκό».
Έχεις υπάρξει συμπαίκτης με τον Ζλάταν, όλοι θέλουν να ακούσουν κάτι γι’ αυτόν. Πώς είναι στα αποδυτήρια;
«Δεν θέλω να μοιραστώ προσωπικές ιστορίες, αλλά ήταν πολύ απαιτητικός. Ήθελε όλοι γύρω του να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό.
Ήταν σε πολύ υψηλό επίπεδο και περίμενε να τον ακολουθούν όλοι.
Είναι ο καλύτερος παίκτης στην ιστορία του σουηδικού ποδοσφαίρου. Φανταστικός ποδοσφαιριστής».

Ο καλύτερος συμπαίκτης σου στον Παναθηναϊκό;
«Ο Ζιλμπέρτο Σίλβα. Πολύ καλός παίκτης και εξαιρετικός άνθρωπος».
Και ο πιο δύσκολος αντίπαλος στην Ελλάδα;
«Από τον Ολυμπιακό — ο Γκαλέτι. Είχα πρόβλημα μαζί του σε μερικά ματς. Πολύ καλός παίκτης. Και ο Τζόρτζεβιτς, επίσης εξαιρετικός».
Ο Παναθηναϊκός είχε δυνατά ρόστερ εκείνη την εποχή, αλλά δεν πήρε πρωτάθλημα. Γιατί;
«Η συνέπεια είναι το πιο σημαντικό στο ποδόσφαιρο. Αν αλλάζεις 10 παίκτες κάθε καλοκαίρι, είναι πρόβλημα.
Το 2008 είχαμε ίσως την πιο δυνατή ομάδα. Και όταν έφυγα το 2009, την επόμενη χρονιά ο Παναθηναϊκός πήρε το πρωτάθλημα.
Είχαν κρατήσει τον βασικό κορμό και πρόσθεσαν λίγους παίκτες-κλειδιά, όπως τον Σισέ και τον Λέτο. Αυτό είναι το μυστικό — σταθερότητα. Ο Ολυμπιακός το έκανε αυτό για χρόνια».
Αν έπρεπε να διαλέξεις μία στιγμή από την καριέρα σου στον Παναθηναϊκό, ποια θα ήταν αυτή;
«Σίγουρα η νίκη με την Ίντερ. Φανταστική νίκη, σπουδαίο παιχνίδι. Πήγαμε εκεί πιστεύοντας ότι μπορούμε να κάνουμε κάτι. Αυτό μου άρεσε πολύ στον Παναθηναϊκό. Η πίστη που υπήρχε. Χάσαμε 0-2 στο ΟΑΚΑ, αλλά νιώθαμε ότι μπορούμε να σταθούμε στο ίδιο επίπεδο. Και έτσι έγινε».
Και τώρα; Τι ακολουθεί για σένα;
«Ψάχνω για νέα δουλειά ως σκάουτερ. Μιλάω με κάποιους ανθρώπους, αλλά δεν υπάρχει τίποτα οριστικό ακόμα.
Μου αρέσει αυτή η δουλειά. Είναι ενδιαφέρουσα και νιώθω ότι μπορώ να την κάνω καλά».



