Η είδηση του θανάτου του «θρυλικού» Ντράζεν Νταλιπάγκιτς, σκόριπισε τη θλίψη στους κόλπους της «πορτοκαλί θεάς» το πρωί του Σαββάτου (25/1). Δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία μιας και ο άλλοτε «Πλάβι» σταρ, πριν εμφανιστεί ο όρος, ταλαιπωριόταν από χρόνια προβλήματα με την υγεία του.

Η νεότερη γενιά που ερωτεύτηκε παράφορα τη «σπυριάρα», δεν τον έζησε. Κι’ όμως του χρωστά πολλά, πάρα πολλά. Για την τεράστια κληρονομιά που άφησε πίσω του. Για τους «Πλάβι» που γαλούχησε και για τους οποίους αποτέλεσε πρότυπο, δάνειο. Όπως οι μεταγενέστεροί του χαρισματικοί Ντανίλοβιτς, Τζόρτζεβιτς, Πέτζα ή ο συμπαθεστατος νυν αρχηγός της Εθνικής Σερβίας, Μπόγκντναν Μπογκντάνοβιτς.

Λες και με κάποιον μαγικό τρόπο τους «βάφτισε» ή τους προίκισε μ’ αυτήν την ποικιλία σκοραρίσματος. Τη συμμετρία στις κινήσεις που τους έκανες/κάνεις χάζι.

Με το παχύ μουστάκι και το μποέμ στυλ, ο Ντράζεν Νταλίπαγκιτς «έτρεξε» μία… μυθική καριέρα που τα κατέκτησε όλα. Σε τρεις συνεχόμενες ευρωπαϊκές διοργανώσεις, φόρεσε χρυσό στο στήθος με την ανίκητη στα μέσα των 70’ς Γιουγκοσλαβία, ο γεννημένος στο βοσνιακό Μόσταρ το 1951.

Χρυσός παγκόσμιος πρωταθλητής το 1978, πρώτο σκαλί του βάθρου και στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σοβιετικής Μόσχας το 1980. Έζησε μία υπέρλαμπρη καριέρα όπου κι αν αγωνίστηκε, κι ας μην κατέκτησε σε συλλογικό επίπεδο τους τίτλους που του άξιζαν. Μόλις δύο πρωταθλήματα Γιουγκοσλαβίας, ένα Κύπελλο και δύο κολλητά Κόρατς (1978, 1979) με την Παρτιζάν. Με τη φανέλα αυτής συστήθηκε στον κόσμο, παρέα με τον Κιτσάνοβιτς.

Κι ας μην πέρασε ποτέ στην αντίπερα όχθη του ωκεανού για να παίξει μπάσκετ παρότι το 1976 έφτασε μία ανάσα από τους πρωταθλητές Μπόστον Σέλτικς. Ο καλύτερος την εποχή εκείνη ίσως, παίκτης εκτός «θαυμαστού κόσμου» απ’ άκρη σ’ άκρη της υφηλίου.

Αυτή η γαμψή του του μύτη, ήταν λες και «υπνώτιζε» τους αντιπάλους και «μαγνήτιζε» τη μπάλα.

Κινήσεις αέρινες, smooth για την εποχή που «μεσουράνησε». Ποιος σμολ φόργουορντ έσπαγε τότε τη μέση ή πάγωνε το χρόνο, βρισκόμενος στον αέρα για να εκτελέσει; Με το «15» στην πλάτη, είχε αναπτύξει μία σχέση… έρωτα με το αντίπαλο καλάθι.

Ο «Praja» όπως ήταν το προσωνύμιο του εκλιπόντα, ήταν ένα δεινός σκόρερ, «χεράς» με τα όλα του. Κρίνοντας από εικόνες και βίντεο με τα ανδραγαθήματά του σχεδόν έναν αιώνα πίσω, αν η λέξη αρμονία είχε πρόσωπο, τότε θα λάμβανε εκείνο του Νταλίπαγκιτς.

Κρέμασε την αθλητική του περιβολή με 30.4 πόντους κατά μέσο όρο στα πρωταθλήματα που αγωνίστηκε, μία «καλαθομηχανή» αξιοπιστίας. Τόσες δεκαετίες αργότερα και δεν εχει βρεθεί κάποιος να «σπάσει» τους 34.7 πόντους κατά μέσο όρο, που σημείωσε στα ιταλικά playoffs με την νυν Ρέγιερ (Καρέρα τότε) Βενέτσια, την πρώτη σεζόν μακριά από την πατρίδα (1980-81). Και δύσκολα θα βρεθεί. Την περίοδο εισαγωγής μάλιστα του τριπόντου (1984-85) στην Ιταλία, είχε και πάνω από 50%. Αδιανόητα πράγματα.

«Θα μπορούσε να σκοράρει και με το πόδι»

Το ημερολόγιο έγραφε μία ημερομηνία σαν και αυτή που το σώμα δεν άντεξε και η ψυχή… πέταξε. Από το Βελιγράδι όπου άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 73 ετών μέχρι τη Βενετία και το Giobatta Gianquinto, τότε Palazzetto dell’Arsenale. Γενάρης, 25 του 1987.

Ο 36χρονος τότε Νταλίπαγκιτς είχε επιστρέψει στην πόλη των Γόδηδων μετά από μία διετία στο Ούντινε. Στου δρόμου τα μισά της δεύτερής του θητείας στη Βενετία, ο «μύθος» του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ πραγματοποίησε την πιο αξιομνημόνευτη εμφάνισή του. Αντίπαλος η νυν Βίρτους Μπολόνια.

Κι ενώ οι περισσότεροι συνομίληκοί του μπασκετμπολίστες θα έπαιζαν για τα τελευταία τους ένσημα, εκείνος σταμάτησε στους… 70 πόντους εκείνη τη νύχτα. Η τέχνη, ηλικία δεν κοιτάζει. Έβαζε τη μπάλα όπως και απ’ όπου ήθελε. Η στατιστική, έγραψε 18/23 δίποντα, 5/9 τρίποντα και 19/20 ελεύθερες βολές. Κομψοτέχνημα από έναν ΤΕΡΑΣΤΙΟ σκόρερ που έβαλε πολύ περισσότερους από τους μισούς πόντους της ομάδας του για το τελικό 107-102.

Φτωχός ο όρος «παράσταση για ένα ρόλο» ούτως ώστε να περιγράψει την εμφάνισή του. Καλύτερα ταιριάζουν τα λόγια του εμβληματικού Σάντρο Γκάμπα, προπονητή της «Vu Nere» τότε και Hall Of Famer. Όπως και ο «Praja».

«Θα μπορούσε να σκοράρει και με το πόδι» είχε πει, θέλοντας να δώσει έμφαση στην ευκαίρια με την οποία ο Νταλίπαγκιτς έβρισκε το δρόμο προς το αντίπαλο καλάθι.

Τέτοιου βεληνεκούς παίκτης ήταν ο εκλιπόντας, ένας από τους σπουδαιότερους Ευρωπαίους που γέννησε ποτέ η μεγάλη των «Πλάβι» σχολή.