Ο Βίκτορ Βιτόλο «δέθηκε» με την Ελλάδα. Λογικό φυσικά, αφού στη χώρα μας πέρασε πέντε ολόκληρα χρόνια. Συνολικά, αγωνίστηκε σε 159 παιχνίδια, φορώντας τη φανέλα ελληνικών ομάδων.
Το εν Ελλάδι «ταξίδι» του Ισπανού ξεκίνησε ως δανεικός για έναν χρόνο στον Άρη, από τη Ράθινγκ Σανταντέρ, όμως όπως αποδείχθηκε, αυτό ήταν μόνο η αρχή. Έμελλε να ακολουθήσουν δύο χρόνια ακόμα στη Θεσσαλονίκη, αυτή τη φορά για τον ΠΑΟΚ, πριν κατηφορίσει στην Αθήνα, για να αγωνιστεί ισάριθμες σεζόν στον Παναθηναϊκό.
Έπειτα, δοκίμασε για λίγο την τύχη του στην Τουρκία, πριν πάρει τον δρόμο της επιστροφής για την πατρίδα. Η Ελλάδα, όμως, έμεινε στην «καρδιά» του, όπως και οι ομάδες οι οποίες εκπροσώπησε.
Το περασμένο καλοκαίρι, ο Βιτόλο αποφάσισε να «κρεμάσει» τα παπούτσια του, σε ηλικία 41 ετών. Όπως παραδέχθηκε ο ίδιος, ωστόσο, στη συνέντευξή του στο Ole, είχε φροντίσει ήδη, αρκετό καιρό πριν, για τον δρόμο που θα ακολουθούσε, μετά από την συγκεκριμένη απόφαση.
Στην Ελλάδα, συνεργάστηκε με πολλούς ανθρώπους και «έχτισε» δυνατές φιλίες. Από τον Ντάρσι Νέτο, μέχρι τον Πάμπλο Γκαρσία και τον Γιούρκα Σεϊταρίδη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από την κουβέντα δεν έλειπε ο Φερνάντο Σάντος, με τον Πορτογάλο τεχνικό να αποτελεί πηγή έμπνευσης για τον Βιτόλο, όπως τόνισε.
Οι λόγοι που επέλεξε κάθε ομάδα, αλλά και γιατί αποχώρησε. Το παρόν, το μέλλον και το ενδεχόμενο επιστροφής στην Ελλάδα. Ο Βίκτορ Βιτόλο στο Ole!
Συνέντευξη στον Τάσο Φαραό
– Πώς είναι η ζωή σου, μετά την απόσυρσή σου από το ποδόσφαιρο;
«Η ζωή μου είναι συνδεδεμένη με τον αθλητισμό, μου αρέσει να προπονούμαι και να διατηρούμαι σε καλή κατάσταση. Είμαι ένας άνθρωπος που φροντίζει πολύ την οικογένειά του και περνάει πολύ χρόνο μαζί τους. Έχω επενδύσεις στην Ισπανία εδώ και πολλά χρόνια, οι οποίες πηγαίνουν πολύ καλά».
– Για εσένα είναι ακόμα πολύ πρόσφατο. Σου λείπει το ποδόσφαιρο; Υπάρχει κάποιο στοιχείο που νοσταλγείς;
«Λοιπόν, η αλήθεια είναι ότι εκμεταλλεύτηκα τον ελεύθερο χρόνο μου, πριν αποσυρθώ, για να πάρω το πτυχίο στην προπονητική. Το έχω ήδη εδώ και αρκετά χρόνια και θα ήθελα να γίνω προπονητής μιας ομάδας. Έτσι νομίζω πως δεν θα μου λείψει τόσο πολύ το να παίζω.
Το ποδόσφαιρο, όμως, γενικώς μέσα από τον αγωνιστικό χώρο θα μου λείπει, ακόμα και οι δύσκολες στιγμές».
Βιτόλο: «Ένιωσα πολύ αγαπητός στον Άρη»
– Πίσω στο 2008, αποφάσισες να έρθεις στην Ελλάδα. Ήταν δύσκολη απόφαση για εσένα να αφήσεις την Ισπανία και να έρθεις στο ελληνικό πρωτάθλημα;
«Όχι καθόλου, είχα πολύ ξεκάθαρη εικόνα και ήξερα ότι θα έκανα ένα καλό όνομα, σε μια χώρα όπου οι φίλαθλοι ζουν πολύ έντονα το ποδόσφαιρο. Και για να πω την αλήθεια, χαίρομαι που έκανα αυτό το βήμα. Γιατί το απόλαυσα πολύ και έπαιξα στις μεγαλύτερες διοργανώσεις που μπορεί να παίξει κανείς στο ποδόσφαιρο, όπως το Champions League και το Europa League».
– Πώς θυμάσαι τη σεζόν σου με τον Άρη; Δέθηκες με κάποιον περισσότερο από την ομάδα;
«Ήταν πολύ καλή, όπως όλες όσες έπαιξα στην Ελλάδα. Ένιωσα πολύ αγαπητός και σεβαστός, αυτό είναι που κάνει έναν παίκτη να νιώθει σημαντικός.
Άφησα πολλούς φίλους στην Ελλάδα και πολύ καλούς συμπαίκτες. Ανάμεσά τους είναι και ο φίλος μου ο Νέτο, ένα άτομο που θυμάμαι με μεγάλη εκτίμηση για τις υπέροχες στιγμές που ζήσαμε. Ήταν ένας σπουδαίος παίκτης και πολύ αγαπητός στη Θεσσαλονίκη και στον Άρη».
– Υπήρχαν κάποιες φήμες, μετά την ολοκλήρωση του δανεισμού σου, ότι μπορεί να συνέχιζες στον Άρη. Εν τέλει αυτό δεν συνέβη, ποιος ήταν ο λόγος;
«Η πραγματικότητα είναι ότι οι διαπραγματεύσεις εκείνη την εποχή δεν έγιναν με την απαραίτητη οικονομική σταθερότητα. Ποτέ τα ποσά που συζητήθηκαν δεν θα μπορούσαν να τηρηθούν εκείνη την εποχή στον Άρη και δεν ήθελα να συνεχίσω, υπογράφοντας κάτι που δεν μπορούσαν να μου δώσουν. Θα κατέληγε άσχημα και δεν το ήθελα».
Βιτόλο: «Δεν μπορούσα να απογοητεύσω τον Φερνάντο Σάντος»
– Ο ΠΑΟΚ πότε προέκυψε ως επιλογή; Τι ήταν εκείνο που σε έπεισε να φορέσεις τα «ασπρόμαυρα»;
«Ο ΠΑΟΚ έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για μένα εκείνο το καλοκαίρι και πόνταρε πολύ στην άφιξή μου. Δέχτηκα τηλεφωνήματα από ανθρώπους που εκτιμούσα πάρα πολύ για το αθλητικό τους επίπεδο και βρήκα έναν μεγάλο σύλλογο και μια μεγάλη ομάδα. Ήταν σημαντικό για εμένα. Πήρα τη σωστή απόφαση».
– Πώς ήταν η αντίδραση από τους οπαδούς του Άρη, έπειτα από αυτή τη μεταγραφή;
«Σε κάθε στιγμή μου έδειξαν σεβασμό, ποτέ δεν είχα κανένα πρόβλημα με κανέναν από τους οπαδούς του Άρη, όταν αποφάσισα να παίξω για τον ΠΑΟΚ. Πιστεύω ότι αυτό έγινε, γιατί ξέρουν ότι όταν φορούσα τη φανέλα του συλλόγου, τα έδωσα όλα για να την υπερασπιστώ».
– Πηγαίνοντας στον ΠΑΟΚ, βρήκες σπουδαίες μορφές, όπως ο Πάμπλο Γκαρσία και ο Βιεϊρίνια. Πώς ήταν η σχέση σου μαζί τους;
«Είναι άνθρωποι, οι οποίοι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, όταν αποφάσισα να πάω στον ΠΑΟΚ. Είχα συζητήσεις μαζί τους, που ήταν καθοριστικές για την απόφασή μου να πάω εκεί.
Απίστευτοι παίκτες και σπουδαίοι φίλοι. Κάναμε πολύ καλές χρονιές στον ΠΑΟΚ, υπήρχε μια πολύ καλή ομάδα, εκείνη την περίοδο, με έναν πολύ καλό προπονητή, τον Φερνάντο Σάντος».
– Ας σταθούμε λίγο στον Φερνάντο Σάντος, μιας που αναφέρθηκες ξεχωριστά σε εκείνον. Η αλήθεια είναι πως αποτελεί έναν από τους πιο επιτυχημένους προπονητές που εργάστηκαν στην Ελλάδα. Πώς ήταν η συνεργασία σας;
«Είναι ο άνθρωπος που έβγαλε από μέσα μου έναν ποδοσφαιριστή, με πολύ μεγάλη απόδοση, χάρη στη φιλοσοφία του για το ποδόσφαιρο.
Πίστεψε σε εμένα από την πρώτη στιγμή και δεν μπορούσα να τον απογοητεύσω, σε καμία περίπτωση. Με φώναζε γιο του. Ήταν πραγματικά πολύ καλός μαζί μου».
– Έζησες μερικές σπουδαίες ευρωπαϊκές βραδιές με τον ΠΑΟΚ. Φτάσατε μέχρι τη νοκ-άουτ φάση του Europa League, τη σεζόν 2010-11, με σπουδαία αποτελέσματα κόντρα σε Βιγιαρεάλ, Κλαμπ Μπριζ & Ντιναμό Ζάγκρεμπ. Πώς θυμάσαι εκείνη την πορεία;
«Κάναμε σε όλες τις σεζόν που ήμουν στον ΠΑΟΚ καλές εμφανίσεις στην Ευρώπη. Κερδίσαμε μεγάλες ομάδες και κάναμε τους φιλάθλους του συλλόγου να νιώσουν περήφανοι, σε πολλές ευρωπαϊκές νύχτες.
Περάσαμε έναν πολύ δύσκολο όμιλο και μάλιστα, “αγγίξαμε” την πρώτη θέση. Θυμάμαι παιχνίδια εναντίον ομάδων, που ήταν πολύ δυνατές στις χώρες τους και πολλές από αυτές ήταν συνηθισμένες, μάλιστα, σε ομίλους του Champions League. Αλλά το ξαναλέω, τότε δεν φοβόμασταν κανέναν».
Βιτόλο: «Στον Παναθηναϊκό βρήκα ένα απίστευτο μεγαλείο»
– Το επόμενο καλοκαίρι αποχώρησες από τον ΠΑΟΚ, για να πας στον Παναθηναϊκό. Γιατί έφυγες;
«Η πραγματικότητα είναι ότι προερχόμουν από μία πολύ καλή χρονιά στον ΠΑΟΚ και ήμουν πολύ χαρούμενος εκεί. Ο σύλλογος, ωστόσο, αντιμετώπιζε ένα μεγάλο οικονομικό πρόβλημα εκείνη την εποχή και έτσι, δεν ήταν σίγουρο αν θα μπορούσαν να τηρήσουν τα συμφωνηθέντα ποσά, που ίσχυαν για το συμβόλαιό μου».
– Πώς ήταν εκείνα τα δύο χρόνια στον Παναθηναϊκό; Υπάρχει κάτι που ξεχωρίζεις;
«Στον Παναθηναϊκό βρήκα ένα απίστευτο μεγαλείο, το είχε ως σύλλογος. Ήταν όλα σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο. Μεγάλοι χώροι προπόνησης, πάρα πολύς κόσμος παντού, όπου πηγαίναμε.
Μάλιστα, έκανα μια μεγάλη και πολύ δυνατή φιλία με τον Γιούρκα Σεϊταρίδη, ο οποίος είναι ένας υπέροχος άνθρωπος».
– Εκείνη την περίοδο υπήρχαν κάποια οικονομικά θέματα στον Παναθηναϊκό, σωστά; Σε επηρέασαν ως προς την τελική σου απόφαση να φύγεις το 2013;
«Λοιπόν, είναι γεγονός πως αυτό πάντα επηρεάζει, γιατί δεν είναι εφικτό να τηρηθούν όσα είχαν συμφωνηθεί στις υπογραφές.
Έτσι, πρέπει να συνεχίσεις το ποδόσφαιρο σε κάποιο άλλο μέρος, γιατί το συμβόλαιό σου μπορεί να είναι πρόβλημα για την σταθερότητα του συλλόγου. Η πραγματικότητα είναι ότι ήταν απίστευτα τα χρόνια για μένα στις ελληνικές ομάδες».
– Σου άφησε μία πικρία το γεγονός ότι δεν μπόρεσες να πανηγυρίσεις κάποιον τίτλο στην Ελλάδα;
«Καθόλου, πάλευα πάντα με όλες μου τις δυνάμεις για αυτούς τους συλλόγους. Έπαιξα σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις και πέτυχα αυτό που ήθελα, δηλαδή να έχω καλή απόδοση μέσα στο γήπεδο και να κάνω ένα όνομα σε αυτή τη χώρα, με βάση τα όσα έδινα στο χορτάρι, για την ομάδα με την οποία αγωνιζόμουν».
«Θα ήθελα να επιστρέψω στην Ελλάδα ως προπονητής»
– Είναι κάποια από αυτές τις ομάδες που αγωνίστηκες λίγο πιο πάνω για σένα;
«Όχι, δεν ξεχωρίζω κάποια, παραπάνω από μία άλλη. Τρέφω μεγάλη αγάπη και θαυμασμό, για όλους αυτούς τους συλλόγους που αγωνίστηκα. Τον Άρη, τον ΠΑΟΚ και τον Παναθηναϊκό.
Νιώθω περήφανος που υπήρξα μέλος τους, σε κάθε έναν από αυτούς. Και που έπαιξα σε όλους αυτούς τους διαφορετικούς συλλόγους στην Ελλάδα, όντας ένας σημαντικός παίκτης».
– Ποιος ήταν ο δυσκολότερος αντίπαλος που είχες ποτέ στην Ελλάδα, αλλά και ποιος ο αγαπημένος σου συμπαίκτης;
«Ο Ολυμπιακός ήταν πάντα ένας πολύ δύσκολος αντίπαλος, δίχως καμία αμφιβολία. Απόλαυσα πολύ αυτά τα παιχνίδια, απέναντί τους.
Όσον αφορά τους αγαπημένους μου συμπαίκτες, ποιον να πρωτοθυμηθώ. Γιούρκας Σεϊταρίδης, Πάμπλο Γκαρσία, Πάμπλο Κοντρέρας, Αντελίνο Βιεϊρίνια, Ντάρσι Νέτο, Σέρχιο Κόκε… και σίγουρα κάποιος άλλος που τώρα μπορεί να ξεχνάω, αλλά μου έχει μείνει στην καρδιά».
– Τι κρύβει το μέλλον για εσένα, υπάρχει πιθανότητα να σε δούμε ξανά στην Ελλάδα;
«Θα ήθελα να επιστρέψω στην Ελλάδα ως προπονητής, αλλά οι δρόμοι της ζωής δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν».