Ο Άρης Κατσόγιαννης δεν είναι ένας τυχαίος παίκτης. Είναι ένας 22χρονος φόργουορντ, που μέχρι τώρα ήταν γνωστός στους φίλους της Ελευθερίας Μοσχάτου. Όμως, μετά την 22η αγωνιστική της National League 2, το όνομά του ακούστηκε σε… κάθε γωνιά του ελληνικού μπάσκετ. Ο λόγος; 71 πόντοι σε ένα παιχνίδι. Ναι, σωστά διάβασες. 71!
27 δίποντα, 4 τρίποντα, 5 βολές. Όχι σε All-Star Game, ούτε σε κάποια ανοιχτή προπόνηση. Σε επίσημο αγώνα. Το ματς κόντρα στη Νίκη Αμαρουσίου έμοιαζε με ένα ακόμα βήμα για τα playoffs, αλλά εξελίχθηκε σε one-man show. Ο Άρης έβαζε από… παντού, δεν σταματούσε με τίποτα, και όταν τελείωσε το παιχνίδι, όλοι ρωτούσαν: «Τι ακριβώς συνέβη;»
Ο «αρχισκόρερ» της Ελευθερίας Μοσχάτου, Άρης Κατσόγιαννης, τέθηκε στη διάθεση του Ole.gr και του Φίλιππου Πασχάλη για τον… ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ οίστρο του, την παρουσία του στις ακαδημίες του Ολυμπιακού, τις στιγμές με Βούκτσεβιτς & Ποκουσέβσκι και το μέλλον του στο μπάσκετ!
«Αδιανόητο το ταλέντο τους – Δεν είχα συνειδητοποιήσει το μέγεθος»
Από που ξεκίνησες να παίζεις μπάσκετ και που έχεις παίξει;
«Ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ από τις ακαδημίες του Ολυμπιακού στον οποίο παρέμεινα μέχρι τα 13-14 περίπου, μετά είχα ένα μικρό πέρασμα από τον Πορφύρα και από την ηλικία του παιδικού είμαι στην Ελευθερία Μοσχάτου».
Τι έχεις κρατήσει από τους «ερυθρόλευκους» και με ποια… φουρνιά μεγάλωσες μπασκετικά και όχι μόνο;
«Έχω υπάρξει συμπαίκτης και την ίδια χρονική περίοδο σε διαφορετικά ηλικιακά τμήματα και με τον Τρίσταν Βούκτσεβιτς και με τον Αλεξέι Ποκουσέβσκι. Είναι τρομερό πως έχουμε υπάρξει συμπαίκτες, έχουμε πάει σε αποστολές, έχουμε κοιμηθεί στο ίδιο δωμάτιο και τώρα τους βλέπω στο ΝΒΑ και την Ευρωλίγκα να είναι πάρα πολύ καλοί πραγματικά. Είναι άξιο θαυμασμού αλλά για να είμαι ειλικρινής, φαινόταν από τότε που θα καταλήξουν αυτά τα παιδία. Το ταλέντο τους ήταν αδιανόητο».
Πώς ένιωσες τη στιγμή που συνειδητοποίησες ότι έχει πετύχει 71 πόντους; Το είχες καταλάβει στη διάρκεια του αγώνα ή το συνειδητοποίησες μετά;
«Η αλήθεια είναι ότι δεν το είχα συνειδητοποιήσει ότι είχα βάλει 71 πόντους και ακόμα δεν ξέρω άμα μπορώ να το συνειδητοποιήσω. Είναι πραγματικά απίστευτο, την ώρα του αγώνα παρότι γνώριζα ότι είχα βάλει αρκετούς πόντους, δεν είχα συνειδητοποιήσει το μέγεθος. Παρότι οι συμπαίκτες μου ήταν εκείνοι που με παρακινούσαν να βάλω κι άλλους. Δεν γινόταν αυτό το επίτευμα χωρίς εκείνους. Μου δίνανε την μπάλα συνέχεια στην επίθεση, με πιστεύανε, μου λέγανε να φεύγω μπροστά στην επίθεση και απλώς να σκοράρω. Όμως χωρίς τους συμπαίκτες μου δεν θα ήταν αυτό εφικτό».
Υπήρχε κάποια στιγμή μέσα στο παιχνίδι που είπες “σήμερα είναι η βραδιά μου” και απλά άρχισες να τα βάζεις όλα;
«Το παιχνίδι ξεκίνησε σαν ένα από όλα τα άλλα που έχω παίξει, δηλαδή πάμε να κερδίσουμε, να κερδίσει η ομάδα και να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ εγώ. Στη αρχή, άρχισαν να μπαίνουν σχεδόν όλα, οπότε μετά δεν άργησα να καταλάβω ότι είμαι σε πολύ καλή βραδιά. Με το συνεχές… τάισμα από τους συμπαίκτες μου, έγινε όλο αυτό εφικτό».
Σπανίζουν τέτοιες επιδόσεις στις εθνικές κατηγορίες στα μέρη μας. Πως νιώθεις που το όνομα σου έχει ακουστεί στο πανελλήνιο τις τελευταίες μετά από κάτι τόσο ξεχωριστό και ασυνήθιστο;
«Δεν μπορώ να διανοηθώ όλο αυτό που έχει συμβεί, που έχει ακουστεί σε όλη την Ελλάδα. Πραγματικά είναι τιμή και χαρά μου. Προφανώς είναι ντροπή να μιλήσω εγώ για ονόματα όπως ο Γκάλης ή ο Γιαννάκης ή έστω να κάνω οποιαδήποτε σύγκριση. Τα μεγέθη είναι τεράστια. Είναι “ιερά τέρατα” του χώρου, δεν χρειάζεται να αναφερθούμε σε πολλά παραπάνω για αυτό. Είναι τρομερό το συναίσθημα των τελευταίων ωρών πάντως».
Το σκοράρισμα φαίνεται ότι είναι το… φόρτε σου! Έχεις ξαναβάλει τόσους πόντους; Έχεις ξαναβγεί πρώτος σκόρερ στη κατηγορία;
«Η αλήθεια είναι πως από όταν έφτασα στο Μοσχάτο, κατάλαβα ότι αυτό που κάνω καλά είναι να είμαι σκόρερ γιατί με βοήθησε πολύ η συνοχή της ομάδας, οι συμπαίκτες μου και προφανώς οι προπονητές που είχα. Από την πρώτη μου φορά στο αντρικό στα 17 μου, ο προπονητής μου τότε ο Γιώργος Σίμος με εμπιστεύτηκε και με έβαλε μέσα να παίξω κάτι το οποίο δεν το κάνουνε πολλοί στην Ελλάδα. Με εμπιστεύτηκε και μου έδωσε άπλετο χώρο να ξεδιπλώσε τις όποιες ικανότητές μου και να βγάλω αυτό το πρόσωπο προς τα έξω.
Ταυτόχρονα και οι μεγαλύτερης ηλικίας συμπαίκτες μου συνέβαλαν γιατί προφανώς ήμουν μικρός. Κανείς τους δεν στάθηκε τροχοπέδη σε αυτό γιατί σε πάρα πολλές ομάδες είναι γνωστό ότι οι… πρεσβύτεροι, συμπεριφέρονται με πιο υποτιμητικό τρόπο στους μικρότερους. Στη δική μας περίπτωση αυτό δεν ίσχυε, είμαστε πραγματικά μια οικογένεια όλα αυτά τα χρόνια. Οι μεγάλοι (σε ηλικία) μου συμπαίκτες και οι αρχηγοί της ομάδας όχι απλά μου δώσανε χώρο να το κάνω αυτό, αλλά χαίρονταν μαζί μου και με βοήθησαν. Είναι πολύ δύσκολο αυτό να συμβεί, να χαρείς με τη χαρά του διπλανού σου πραγματικά και ειδικότερα μεταξύ φίλων, γιατί είμαστε φίλοι έξω από το γήπεδο και αυτό είναι το πιο σημαντικό.
Νομίζω ήμουν ξανά στη τριάδα των σκόρερ στη Γ’ εθνική πριν από 2-3 χρόνια αλλά αυτά για μένα, δεν έχουν τόσο μεγάλη σημασία όσο έχει το γεγονός ότι κατάφερα να βελτιωθώ μέσα από την ομάδα της Ελευθερίας Μοσχάτου, τους συμπαίκτες μου και τον προπονητή τον Γιώργο Σίμο που έπαιξε καταλυτικό ρόλο σε όλο αυτό».
Αν έπρεπε να περιγράψεις το παιχνίδι αυτό με τρεις λέξεις, ποιες θα ήταν;
«Ανεπανάληπτο, ονειρικό και ομάδα. Τέτοια πράγματα, δεν ξανασυμβαίνουν.»
«Θα διάλεγα τον Κόμπι… και δίπλα του θα ένιωθα να ανατριχιάζω»
Ποιος ήταν ο πρώτος σου μπασκετικός ήρωας και πώς σε επηρέασε στο παιχνίδι σου;
«Είχα πολλούς, βέβαια δεν με επηρέασαν στο παιχνίδι μου τόσο. Λάτρευα όμως να τους παρακολουθώ, τους χάζευα. Κόμπι Μπράιαντ, Δημήτρης Διαμαντίδης. Νομίζω αυτοί οι δύο είναι οι αγαπημένοι μου. Τους ξεχώριζα. Τον ένα ως σκόρερ, τι να πρωτοπούμε για τον Κόμπι. Και τον ‘3D’ για το τρομερό IQ που είχε και το πόσο ολοκληρωμένος παίκτης ήταν».
Γιατί έχεις μείνει στην Ελευθερία Μοσχάτου 8 χρόνια; Είχες πρόταση από κάποια άλλη ομάδα, μεγαλύτερης κατηγορίας;
«Όλα αυτά τα χρόνια, τα καλοκαίρια είχα προτάσεις από ομάδες μεγαλύτερης κατηγορίας να φύγω αλλά δεν ήθελα γιατί το κλίμα είναι τόσο ωραίο. Είμαστε οικογένια, με τα παιδιά είμαστε φίλοι. Πραγματικά κάθε μέρα θύμιζε γιορτή. Να πηγαίνουμε στην προπόνηση και με τους ανθρώπους της διοίκησης που πραγματικά δεν είναι διοίκηση, είναι φίλοι. Έχουμε ένα τέτοιο κλίμα που δεν υπάρχουν ρόλοι, είμαστε μια οικογένεια. Οπότε κάθε χρόνο, απέρριπτα προτάσεις γιατί ήθελα πραγματικά να μείνω στην ομάδα που με βοήθησε πάρα πολύ. Αυτό ελεγε η καρδιά μου. Για να τη βοηθήσω κι εγώ, παρέα με τους φίλους μου (συμπαίκτες) και τον προπονητή μου. Είμαι πολύ χαρούμενος στην Ελευθερία Μοσχάτου».
Πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε 5 ή 10 χρόνια; Σε ποιο επίπεδο θέλεις να φτάσεις στο άθλημα;«
«Ποτέ δεν σκέφτομαι μακροπρόθεσμα, προσπαθώ να βλέπω μέρα με τη μέρα, προπόνηση με την προπόνηση, σεζόν με τη σεζόν. Προσπαθώ να είμαι πάντα υγιής και ό,τι προκύψει στο μέλλον είναι άγνωστο. Δεν έχω κάποιο μεγάλο στόχο. Προσπαθώ να τα βλέπω όλα βήμα βήμα, με κύριο μέλημα την υγεία και όλα θα έρθουν. Ελπίζω να κάνω αυτό που αγαπάω γιατί πραγματικά λατρεύω το μπάσκετ».
Ποιος προπονητής θα ήθελες να σε καθοδηγήσει για μία σεζόν και τι θα ήθελες να μάθεις από αυτόν;
«Αν έπρεπε να διαλέξω ένα προπονητή, θα ήθελα να διαλέξω το Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Δεν υπάρχει όριο στο τι μπορείς να μάθεις από έναν προπονητή τέτοιου βεληνεκούς. Νομίζω είναι μια αστείρευτη πηγή γνώσεων.»
Πιστεύεις ότι το ελληνικό μπάσκετ δίνει αρκετές ευκαιρίες στους νεαρούς παίκτες ή πρέπει να αλλάξει κάτι στο σύστημα για να αναδειχθούν περισσότεροι ταλαντούχοι αθλητές;
«Ακούγεται πολλές φορές πως τα ταλέντα στο ελληνικό μπάσκετ δεν προωθούνται, δεν έχουν μεγάλο χρόνο συμμετοχής. Εγώ είχα την τύχη να είμαι σε ένα πρόγραμμα, περιτριγυρισμένος από ανθρώπους που μου δώσαν την ευκαιρία να παίξω σε μικρή ηλικία, παρότι πολλοί δεν έχουν αυτή τη τύχη και την ευλογία. Η προπόνηση και η ουσιαστική δουλειά σε αυτή, είναι πολύ σημαντικό στοιχείο αλλά αν δεν έχει κανείς λεπτά συμμετοχής στον αγώνα, δεν μπορεί να βελτιωθεί ολοκληρωτικά. Αυτό αφορά τη διοίκηση, τον προπονητή και τη νοοτροπία που θέλει να κινηθεί. Πολλές ομάδες στοχεύουν στα αποτελέσματα, στο ‘τώρα’ και όχι στους παίκτες του ‘αύριο’ που μπορούν να βγουν από την παραγωγική διαδικασία της κάθε ομάδας. Πιστεύω ότι αν κάποια ομάδα, επιλέξει να εμπιστευτεί κάποιο ταλέντο, μακροπρόθεσμα μόνο κερδισμένη μπορεί να βγει. Εκείνη, ο παίκτης εννοείται και το ελληνικό μπάσκετ εν γένει.»
Ποια ομάδα θεωρείς φαβορί για την κατάκτηση της EuroLeague φέτος και γιατί;
«Η φετινή Ευρωλίγκα είναι πάρα πολύ δυνατή. Φαβορί θεωρώ ότι είναι και οι δύο ελληνικές ομάδες. Πιστεύω πως θα υπάρξει σίγουρα ελληνικός ΄εμφύλιος’ στο Final-4. Νικητή θα ήθελα να δω τον Παναθηναϊκό. Αλλά γενικά αυτό που συμβαίνει αποτελεί διαφήμιση για το ελληνικί μπάσκετ σε όλο τον κόσμο και γενικά στην Ευρώπη γιατί στην Ελλάδα έχουμε δύο από τις καλύτερες αν όχι τις δύο καλύτερες ομάδες της Ευρώπης».
Αν μπορούσες να παίξεις έναν μονό με οποιονδήποτε παίκτη στην ιστορία, ποιον θα διάλεγες και γιατί;
«Θα διάλεγα τον Κόμπι Μπράιαντ που έχει φύγει κι από τη ζωή. Πιστεύω ότι ο οποιοσδήποτε θα είχε πάρα πολλά να μάθει δίπλα του, εγώ θα αισθανόμουν ανατριχίλα.»
Αν μπορούσες να επιλέξεις μια dream team 5 παικτών για να κατέβεις σε έναν αγώνα ζωής ή θανάτου, ποιους θα διάλεγες;
«Από ξένους θα διάλεγα στο ένα τον Στεφ Κάρι, στο δύο τον Κόμπι, τρία τον Τζόρνταν, τέσσερα τον ΛεΜπρον και πέντε τον Σακίλ Ο’Νιλ. Από Έλληνες θα επέλεγα τον Νίκο Γκάλη, τον Δημήτρη Διαμαντίδη, τον Αντώνη Φώτση, τον Φραγκίσκο Αλβέρτη και τον Παναγιώτη Φασούλα».