Το αίσθημα του «ανήκειν» πολλές φορές εξελίσσεται σε αντιστρόφως ανάλογη κατάσταση. Κερδίζει πόντους η απομόνωση, ο εγωισμός. Το κλείσιμο στον εαυτό. Ο Ντένις Σρέντερ από μικρό παιδί έκανε του κεφαλιού του, ξεχώριζε. Με τον «σωστό» και τον «λάθος» τρόπο.
Οι άνθρωποι βλέπετε συνηθίζουν να κρίνουν και να εξάγουν συμπεράσματα, εστιάζοντας αποκλειστικά και μόνο στο εμπροσθόφυλλο. Και όχι σε αυτά που συνέβαλαν για να δημιουργηθεί αυτή τη «μεγάλη εικόνα», το ρεζουμέ. Γι΄ αυτό και ο Ντένις ο τρομερός της Γερμανίας, έχει καθιερωθεί ως ο «κακός» της ιστορίας για τους Έλληνες φιλάθλους της «σπυριάρας» και όχι μόνο.
«Δεν θα έλεγα ότι είναι προκλητικός εκ φύσεων απλά υπερβολικά πολύ ανταγωνιστικός. Κι αυτό καμιά φορά βγαίνει αρνητικά προς τα έξω. Είναι όμως ένα πάρα πολύ καλό παιδί. Καμιά φορά μπορεί να παρεξηγηθεί, κάνει κι αυτός τα λάθη του. Είναι από τους τύπους που δεν τους χωνεύεις όταν τους έχεις αντιπάλους αλλά θα ήθελες πολύ να τους έχεις μαζί σου», σχολίασε σε μία αποστροφή του λόγου του ο άνθρωπος που τον ανέδειξε, στην μπασκετοκουβέντα που είχε με τους Betarades.
Ο Κώστας Φλεβαράκης δεν είναι «φρέσκο» πρόσωπο στην μπασκετική πιάτσα, κάθε άλλο. Δούλεψε αρκετά χρόνια με πιτσιρικάδες στον ΠΑΟΚ από τα τέλη της δεκαετίας του 80′ μάλιστα και ξέρει τι χρειάζονται για να «ανθίσουν». Όπως ήξερε και τι χρειαζόταν ο Σρέντερ για να… πετάξει.
«Πίστευε πολύ στον εαυτό του εξ’ αρχής, όχι και οι γύρω του», σημείωσε. Κι αυτό λόγω των μεγάλων διακυμάνσεων στη συμπεριφορά του. Αυτός ήταν και ο λόγος μάλλον που τον είχε διώξει ο προπονητής του στα ηλικιακά της Μπραουνσβάιγκ, Λίβιου Κάλιν. Γενέτειρά του και ομάδα στην οποία έχει εμπλακεί (σ.σ. συνιδιοκτήτης) ο Σρέντερ από το 2018.
Ή ο Φρανκ Μεντς που τον κάλεσε στην Προεπιλογή των Παίδων της Γερμανίας με δυσπιστία ή ακόμα και ο Σεμπάστιαν Μαχόφσκι. Ο πρώην παίκτης του Πανιωνίου του έδωσε μία πρώτη ευκαιρία στην Μπραουνσβάιγκ στα… χασομέρια όμως. Και για λίγο. Και τότε, τον Μάιο του 2012 με την ψυχολογία του «σακατεμένη» σαν θηρίο στο κλουβί στα 19 του, εμφανίστηκε ο Κώστας Φλεβαράκης που συμφώνησε να αναλάβει τις τύχες της γερμανικής ομάδας.
«Έιναι ένα παιδί που μου έδειξε από την αρχή ότι αξίζει μία ουσιαστική ευκαιρία. Ήταν μικρός όταν βρεθήκαμε αλλά μέχρι τότε η αλήθεια είναι πως δεν τύγχανε κάποιας ιδιαίτερης προσοχής. Δεν είχε βρεθεί κανείς που είχε υποστηρίξει σε κάποιον λογικό βαθμό ότι αυτό το παιδί μπορούσε να εξελιχθεί και να κάνει πράγματα. Είχε ελάχιστη συμμετοχή πιο πριν, όσο κι αν ήταν μικρός ηλικιακά θεώρησα εγώ ότι θα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερη.
Γι’ αυτό κι εγώ του έδωσα κατευθείαν ρόλο βασικού σε ένα δύσκολο πρωτάθλημα οπωσδήποτε. Να σκεφτεί κανείς πως ο 19χρονος τότε Ντένις είχε απέναντί του τους Ταϊρίς Ράις και Γιοτάμ Χαλπερίν που έπαιξαν και στην Ελλάδα. Ο Σρέντερ πήρε έναν ρόλο ουσιαστικό, σαν ξένος (σ.σ. βάσει βαρύτητας και σημαντικότητας) λογιζόταν μέσα στην ομάδα.
Όταν τον γνώρισα, ήταν μαζί με τον Τάις. Και τα δύο παιδιά ήταν απογοητευμένα. Ο Τάις ήθελε διακαώς να αποχωρήσει όπερ και εγένετο. Είχε ένα «παραθυράκι» στο συμβόλαιό του, εγώ τον ήθελα να παραμείνει στην ομάδα όμως ο ατζέντης του μου είχε πει ‘κόουτς μην προσπαθείς’. Όταν υπέγραψα, μίλησα μαζί του όμως εκείνος ήταν ανένδοτος. Πήγε στην Ουλμ και από εκεί στην Μπάμπεργκ και το ΝΒΑ.
Και με ρώτησε ο μάνατζερ του ποιος ήταν ο σκοπός μου, όσον αφορά τον Ντένις. Καθώς μόνο αυτό θα τον κρατούσε. Να έχει δηλαδή ρόλο και μάλιστα ουσιαστικό. Γενικότερα δεν ήταν και τόσο καλή η κατάσταση με το μάνατζμεντ της εποχής. Ο Σρέντερ πίστευε πολύ στον εαυτό του εξ’ αρχής αλλά έβλεπε πως αυτό δεν συνέβαινε και με τους γύρω του στην ομάδα.
Εγώ από την άλλη δεν ήμουν προκατειλημμένος, δεν κοίταξα πως ήταν το παιδί ή αυτά που είχα ακούσει για εκείνον. Είναι κάτι που έχω ως αρχή και κάνω πάντα σε όλες τις ομάδες. Ήθελα να δώσω την ευκαιρία σε οποιοδήποτε παιδί αξίζει. Του είπα ‘από εσένα εξαρτάται πόσο ψηλά θα πας’. Φυσικά δεν μπορούσε να προβλέψει κανείς τότε σε τόσο πρώιμη ηλικία πως θα μπορούσε να κάνει όσα έχει καταφέρει μέχρι σήμερα αλλά του είπα ότι ‘μπορείς να κάνεις πράγματα. Από εσένα εξαρτάται’.
Σε ένα παιδί που δεν έχει παίξει ποτέ, από εκεί πρέπει να ξεκινήσεις. Ότι είναι στο χέρι του αν θα καθιερωθεί στην Μπουντεσλίγκα, αν θα έπαιζε στην Ευρωλίγκα. Το πόσα βήματα θα έκανε…
Ωστόσο μέσα σε μία χρονιά, από τον Μάϊο του 2012 που είχαμε αυτή τη συζήτηση όταν ήταν ένα παιδί που έπαιζε ελάχιστα στο πρωτάθλημα της Γερμανίας και ο χρόνος συμμετοχής του ήταν ουσιαστικά όταν είχε κριθεί η σεζόν και είχαν τελειώσει τα σημαντικά παιχνίδια μέχρι το καλοκαίρι του 2013, είχε αυτήν την εξέλιξη.
Θα έλεγα ότι το παιχνίδι κλειδί ήταν η νίκη μας μέσα στο Μόναχο κόντρα στην Μπάγερν, όπου σε ένα τέτοιο μεγάλο παιχνίδι ήταν απόλυτα καθοριστικός. Και γενικότερα βέβαια είχε μία εξαιρετική χρονιά.» Να σημειωθεί εδώ πως ο Ντένις Σρέντερ ολοκλήρωσε τη σεζόν 2012-13 με 12π. κατά μέσο όρο ανά αγώνα και 3,6 ασίστ, πριν τον επιλέξουν οι Χοκς στο Νο17 του Draft στο ΝΒΑ.
«Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβει ο κόσμος ότι είναι τελείως διαφορετικό να μιλάς για έναν 19χρονο φόργουορντ ή σέντερ που έχει πιο λίγα πράγματα να κάνει μέσα στο παρκέ και διαφορετικό για ένα παιδί που πρέπει να φτιάξει μέσα στο παρκέ, να δημιουργήσει, να διαβάσει και να αποφασίσει.»
‘Οπως γίνεται αντιληπτό από τις πρώτες κουβέντες, ο νυν MVP τόσο του MundoBasket 2023 όσο και του EuroBasket 2025 – κατόρθωμα που έχουν καταφέρει μονάχα οι θρύλοι Σεργκέι Μπελόφ, Ντράζεν Νταλιπάγκιτς και Τόνι Κούκοτς – το μόνο που ήθελε ήταν να αισθανθεί αποδεκτός.
Ανάγκη η οποία προέκυψε από τα σχολικά του χρόνια στο Μπραουνσβάιγκ, εξαιτίας του διαφορετικού χρώματος στο δέρμα του. Όταν άκουγε από τους συμμαθητές του πως έχει… «σκόνη και βρωμιά στο δέρμα του». Ξένος στην ίδια του την πόλη.
«Χρειαζόταν μία παρουσία παραπάνω σε όλα τα επίπεδα»
«Είδα ένα παιδί με τρομερή αυτοπεποίθηση, πρώτον και κύριον. Διέθετε επίσης την ικανότητα να αλλάζει τον ρυθμό, με εκρηκτικότητα. Που ήταν πολύ μεγάλο προσόν για το σύγχρονο μπάσκετ και από εκεί και πέρα ήταν πιεστικός στην άμυνα, δίχως βέβαια ιδιαίτερη συνέπεια πάνω στην οποία έπρεπε να δουλέψει κάποιες λεπτομέρειες. Και γενικότερα ήταν ένα παιδί που μπορεί να μην είχε παίξει αλλά είχε μπόλικο υλικό για συνεργασία.
Και το δουλέψαμε πάρα πολύ στο διάβασμα του παιχνιδιού. Να πάρουμε αυτά τα στοιχεία που διέθετε με την αλλαγή ρυθμού. Εστιάσαμε στο πως θα αναδείξουμε τα προσόντα του περισσότερο, κρύβοντας όσο γινόταν τις όποιες αδυναμίες είχε τότε. Κάθε μέρα εξελισσόταν. Νομίζω ότι ο ψυχολογικός τομέας έπαιξε σημαντικό ρόλο στο ξεπέταγμά του. Ήμασταν αρκετά κοντά του σε όσα θέματα τον απασχολούσαν.
Λέμε για τον Γιάννη αλλά κι αυτός μεγάλωσε με δύσκολες συνθήκες. Χρειαζόταν μία παρουσία παραπάνω σε όλα τα επίπεδα. Ήταν ένα παιδί 19 χρονών», τόνισε ο κόουτς Φλεβαράκης που έβαλε μία άνω τελειά για να δεχτεί την διευκρινιστική ερώτηση περί οικογενειακού κύκλου του Σρέντερ.
«Oικογενειακά ζητήματα. Ο πατέρας του είχε ‘φύγει’ και του είχε στοιχίσει. Ήταν από τη Γκάμπια η καταγωγή του αν θυμάμαι καλά. Δεν ήταν και το πιο εύκολο θέλω να πω, δίχως να μπούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες.»
Όπου πρώτο πρόσωπο πληθυντικού, ο Κώστας Φλεβαράκης και οι συνεργάτες του. Ανάμεσα σε αυτούς και ο συνονόματός του Παπάζογλου, νυν head coach της ομάδας στην πρώτη του απόπειρα ως πρώτος προπονητής.
Τρία περίπου χρόνια πριν συνεργαστούν οι Έλληνες προπονητές με τον Ντένις Σρέντερ, εκείνος «ακροβατούσε» ανάμεσα σε μπάσκετ και σκέιτμπορντ δίχως να είχε δοθεί ολοκληρωτικά στην «πορτοκαλί θεά», πληροφορήθηκε για τα άσχημα μαντάτα. Ο Γερμανός πατέρας του Άξελ με τον οποίο είχε χωρίσει η μητέρα του Φατού από την Γκάμπια, «έφυγε» από τη ζωή. Και το αγρίμι έχασε από μικρός την πατρική φιγούρα, στην οποία «χρωστάει» εν πολλοίς ο μπασκετικός πλανήτης και η Νασιοναλμάνσαφτ, αυτό στο οποίο εξελίχθηκε ο Σρέντερ. Η προτροπή να αφοσιωθεί ο κανακάρης του στο μπάσκετμπολ και να φτάσει μέχρι το ΝΒΑ. Από μία γωνιά τον βλέπει και χαμογελά.
«Δεν ήταν και το πιο εύκολο παιδί αλλά… »
«Μπασκετικά το θράσος του, το χρειάζεσαι μέσα στο παιχνίδι. Δεν θα έλεγα ότι είναι προκλητικός στο ποιόν του απλά είναι τόσο ανταγωνιστικός και με υπερβολική αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον εαυτό του, που καμιά φορά βγαίνει αρνητικά προς τα έξω. Δεν ήταν και το πιο εύκολο παιδί αυτό είναι αλήθεια. Για αυτό και δεν ξεχάσω στην Αμερική όταν ήμουν σε κάποιες ομάδες στο ΝΒΑ που πηγαίνω κατά καιρούς, που μου έλεγαν… ‘πρέπει να μην ήταν καθόλου εύκολο να τον προπονείς’. Γιατί δεν ήταν εύκολο ακόμα και για εκείνους. Οι Αμερικανοί, με τόσο σταφ και υποστηρικτικές μονάδες, φαντάζονται ότι θα ήταν ακόμα πιο δύσκολο το έργο στην Ευρώπη.
Είναι όμως ένα πάρα πολύ καλό παιδί. Καμιά φορά μπορεί να παρεξηγηθεί, να κάνει κι αυτός τα λάθη του όμως τελευταία νομίζω ότι και σε αυτό το κομμάτι έχει δουλέψει. Αν παρατηρήσει κανείς τις δηλώσεις του τώρα, νομίζω πως βρίσκεται σε μία τελείως διαφορετική κατεύθυνση. Το πως μίλησε και για τον Γιάννη και για την Ελλάδα. Αλλά τέλος πάντων είναι από τους τύπους που δεν τους χωνεύεις όταν τους έχεις αντιπάλους αλλά θα ήθελες πολύ να τους έχεις.
Κακά τα ψέματα, δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα να μπορείς να συνεργαστείς με όλους τους μεγάλους σταρ. Αυτό βέβαια μπορεί να ήταν ένα πλεονέκτημα για μένα διότι όταν έχεις δουλέψει χρόνια στην Ελλάδα όπου ερχόμουν αντιμέτωπος με προβληματικές καταστάσεις, γαλουχηθήκαμε κι εμείς έτσι. Όταν έχουμε να κάνουμε με παιδιά που δεν ήταν τόσο εύκολα ως προς την διαχείρισή τους. Και στην Ελλάδα συνυπήρξα με παιδιά που δεν πληρώνονταν, ζήσαμε δύσκολες καταστάσεις οι οποίες μας ανάγκασαν να αναπτύξουμε και μία άλλη λογική δίπλα τους για να τους στηρίζουμε ψυχολογικά και να τους δίνουμε διαρκώς κίνητρο.
Αυτό ίσως βοήθησε πολύ περισσότερο για να βγει μία αποτελεσματική θα έλεγα σχέση με τον Ντένις. Εμένα δεν με ξαφνιάζουν τα βήματα που έχει κάνει. Όταν τελείωσε η σεζόν εκείνη που συνεργαστήκαμε, ήμουν σίγουρος ότι θα προχωρήσει πολύ. Νομίζω ότι οι επιτυχίες της Γερμανίας τα τελευταία χρόνια μιλάνε από μόνες τους και ο ρόλος που είχε σε αυτές. Το πόσο κατάφερε ουσιαστικά ακόμα και στις κακές του μέρες να αποτελεί τον ηγέτη αυτής της προσπάθειας και αυτών των επιτυχιών της Γερμανίας.»
«Οι παίκτες θέλουν κάποιον που να τους λέει την αλήθεια»
Ο Ντένις Σρέντερ στα 19 του έμοιαζε με ένα πολύ ελπιδοφόρο και «ορμητικό» πρότζεκτ που όμως έψαχνε τον κατάλληλο άνθρωπο για να τον… ξεκλειδώσει. Κάποιον που θα ήξερε τον κωδικό. Κι εκείνος αποδείχθηκε πως ήταν ένας άνθρωπος που λίγους μήνες πριν αναδείξει τον ηγέτη της Εθνικής Γερμανίας που εκτέλεσε την Τουρκία του Εργκίν Αταμάν πριν από λίγες ημέρες στη Ρίγα με έξι πόντους στα τελευταία 75” του τελικού, «έβγαλε προίκα» τον Λεωνίδα Κασελάκη στον Ηλυσιακό.
«Είχαμε μία πάρα πολύ καλή σχέση γιατί ήξερε το παιδί ότι τον εμπιστευόμουν. Αυτά που του είχα πει με την ολοκλήρωση της σεζόν πριν αναλάβω εγώ την Μπραουνσβάιγκ όταν και είχαμε μιλήσει, τα είδε μέσα στη χρονιά. Καταλάβαινε ότι μπορούσε να με πιστέψει. Δεν του είπα πράγματα τα οποία δεν τα είδε. Είναι σημαντικά αυτά τα πράγματα για έναν παίκτη, να του λες την αλήθεια, όποια και να είναι. Αυτό που πιστεύεις. Κι αν εγώ του είχα πει ότι με τη δουλειά θα κερδίσει δύο πράγματα, τελικά πήρε πολλά περισσότερα από αυτά.
Ξαναλέω όμως γιατί μιλάμε συχνά μόνο για τους παίκτες και όχι τους προπονητές. Εγώ μπορεί να είμαι από αυτούς που θέλουν να δίνουν ευκαιρία στα νεά παιδιά. Το είχα κάνει και με τον Γερέμπκο όταν έπαιξε στην Εθνική Σουηδίας πριν πάει ακόμα στην Αμερική. Και με άλλα παιδιά εδώ στην Ελλάδα όπου είχα βάλει τον Κώστα τον Βασιλειάδη και τον Γιώργο τον Αποστολίδη στα 16 τους. Μπορεί να είσαι από τους προπονητές που θέλεις να τους στηρίξεις, μπορεί και όχι. Σε τελική ανάλυση όμως θεωρώ πως και τα ίδια τα παιδιά σε αναγκάζουν κάποια στιγμή να τους δώσεις την ευκαιρία.
Όπως είχαμε κάνει με τον Κασελάκη στον Ηλυσιακό όπου δουλέψαμε δύο χρόνια σε διαφορετικές θέσεις ή τον Αντρέα τον Γλυνιαδάκη ακόμα πιο πριν. Πολλά παιδιά μπορούμε να σκεφτούμε και με ακόμα πιο σημαντικούς ρόλους στον ΠΑΟΚ όπως με τον Γιάννη τον Γιαννούλη που είχε καλή παρουσία την προηγούμενη σεζόν αλλά όταν ήμασταν μαζί, απογειώθηκε.
Αυτό που μετράει όμως για τα νέα τα παιδιά και το οποίο πρέπει να μείνει σαν παράδειγμα και στα δικά μας, είναι πως πρέπει να αναγκάσεις κάποια στιγμή τον άλλον να σου δώσει μία ευκαιρία. Από εσένα τον ίδιο εξαρτάται και να μην περιμένουμε ότι κάποιος θα μας την δώσει πριν αποδείξουμε ότι πραγματικά την αξίζουμε.
Και αυτό πηγαίνει ίσως και για τον Ντένις. Έβλεπε κάποια πράγματα που δεν του άρεσαν και δεν είχε δείξει κι ο ίδιος αυτά που πραγματικά μπορούσε. Οι παίκτες θέλουν να συνεργάζονται με ανθρώπους που θα τους λένε την αλήθεια ακόμα κι αν καμιά φορά αυτή δεν τους αρέσει.»
Η διδακτική ιστορία
«Αγαπούσε πάρα πολύ το ΝΒΑ από τότε. Μπορεί να μην του αρέσει αυτή η ιστορία αλλά πίστευα ότι θα του έκανε καλό η στάση μου. Ήταν σε ένα καμπ στο Πόρτσμουθ νομίζω στο οποίο έπρεπε να πάει και έλειπε από σημαντικά ματς για εμάς, το οποίο ήταν πρόβλημα για την ομάδα. Φυσικά βέβαια κανένας μας δεν είχε ενδοιασμούς με την παρουσία του εκεί αφού φαινόταν ότι πλησιάζει σε μία μεγάλη για εκείνον ευκαιρία. Όταν γύρισε, έχασε μία πρωινή προπόνηση γιατί έβλεπε ΝΒΑ μέχρι αργά.
Ήταν ο λόγος που δεν τον έβαλα στο τελευταίο παιχνίδι. Ήταν σίγουρα κάτι που δεν του άρεσε αλλά του είπα ότι πρέπει να το δει σαν ένα παράδειγμα που θα του δώσει να καταλάβει ότι υπάρχουν κι άλλα πράγματα στην καριέρα του πέρα από το ταλέντο. Ήταν το πιο εύκολο για μένα να το παραβλέψω, να παίξει το παιδί. Αλλά νομίζω ότι για τον ίδιο και τη συνέχειά του, θα ήταν πολύ καλύτερο αυτό που έκανα.
Από εκεί και πέρα μέσα στη χρονιά ήταν εξαιρετική η σχέση μας. Κατάλαβε τι έγινε. Ένα ένα νέο παιδί δικαιούται να κάνει και κάποιο λάθος αλλά πρέπει να καταλαβαίνει από την άλλη ότι αυτό που κάνει, πρέπει να έχει και συνέπειες. Όλα τα υπόλοιπα ήταν θετικότατα. Από την πρώτη μέρα μέχρι την τελευταία, έδειξε ο Ντένις την αξία του και με δικαίωσε για την επιλογή μου να του δώσω τόσο σημαντικό ρόλο σε ένα διαρκώς αναπτυσσόμενο πρωτάθλημα, κάτι που φαίνεται και από τα αποτελέσματα των ομάδων που παίζουν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και δη στη Euroleague. Δεν γίνονται διευκολύνσεις όπως στην Ελλάδα.»
«Τον αποδέχτηκαν αμέσως»
Μέσα σε λίγες εβδομάδες, από εκεί που ο Ντένις Σρέντερ ήταν για τη… λάντζα στην Μπραουνσβάιγκ με πιο μικρό και περιορισμένο ρόλο στο ροτέισον, πήρε τα «κλειδιά» της περιφέρειας. Γεγονός που θα μπορούσε να είχε φέρει τριβές εσωτερικά. Όλοι όμως είδαν την αξία του και το αναγνώρισαν. Η σχέση του με τους συμπαίκτες του ήταν εξαιρετική όπως ακριβώς συμβαίνει και σε αυτήν την «καλοκουρδισμένη μηχανή» της Εθνικής Γερμανίας, της οποίας αποτελεί ο «εγκέφαλος».
«Ο Σρέντερ είχε εξαιρετική σχέση και με τους συμπαίκτες του. Έδεσε και με τους ξένους, οι οποίοι αμέσως αναγνώρισαν το ταλέντο του. Τα παιδιά αυτά, όπως συνέβη και με τον Γερέμπκο με τον οποίο συνεργαστήκαμε στο Σόπρονι (2021-22), θέλουν να τους βάλεις στο παιχνίδι με τρόπο που θα αναδείξουν τα όποια χαρακτηριστικά διαθέτουν. Και φυσικά να είσαι ειλικρινής μαζί τους.
Αυτομάτως όμως και οι ξένοι βλέποντας έναν νεαρό να έχει αξία αλλά και τέτοιον ρόλο από τον προπονητή, το αποδέχονται αμέσως. Ήταν ξεκάθαροι οι ρόλοι, άρχισε κι εκείνος να δείχνει όλο και μεγαλύτερο δείγμα της αξίας του άρα ήταν αποδεκτός αν και μικρός απ’ όλους.»
«Ο Σρέντερ άξιζε την ευκαιρία του και έπρεπε να την πάρει»
Όσον αφορά την μεταξύ τους επικοινωνία απ’ όταν ο καθένας τράβηκε τον δικό του δρόμο και ο «κινητήρας» της πρωταθλήτριας κόσμου και Ευρώπης Γερμανίας, πήρε τα ταλέντα του και μετακόμισε στο ΝΒΑ όπου μετρά 14π. κατά μέσο όρο σε 12 σεζόν, είπε… «Εγώ προσπαθώ να μπαίνω και να βλέπω όσο μπορώ από κάποια απόσταση αυτά που κάνουν τα παιδιά που έχουμε δουλέψει μαζί. Ξέρω ότι κάποια στιγμή είχε πει τα καλύτερα λόγια για εμένα σε κάποιους συναδέλφους στην Αμερική αλλά αυτό που με ενδιαφέρει εμένα είναι να βλέπω τα παιδιά όταν υπάρχει κάποια αφορμή ή επαφή.
Βλέπω και χαίρομαι για παιδιά που πήραν τις ευκαιρίες τους και έκαναν πράγματα. Υπάρχουν συχνά άλλα πράγματα με ‘μεγαλύτερη σημασία’ για έναν προπονητή – σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τη γραμμή των διοικήσεων – όπως φυσικά το αποτέλεσμα. Και ίσως εκείνη τη χρονιά με τον Σρέντερ στη Γερμανία, το αποτέλεσμα να ήταν ακόμα καλύτερο αν έβαζα κάποιον έτοιμο στη θέση του αλλά ο καθένας πάει με τις επιλογές του. Δεν θα ξεχάσω ότι είχαμε κι άλλα παιδιά τα οποία είχαν αξία αλλά κάποιον πρέπει να θυσιάσεις. Ίσως τότε μάλιστα (πριν από 12-15 χρόνια) στην Ελλάδα υπήρχε η ανάδειξη στο μυαλό κάποιων προπονητών, εκεί δεν υπήρχε κάτι αντίστοιχο. Ήταν καθαρά προσωπική επιλογή να βάλεις ένα παιδί το οποίο πιστεύεις ότι αξίζει και πρέπει να πάρει την ευκαιρία του. Και αυτό τελικά έγινε. Και με δικαίωσε.»
Κλείνοντας και ερωτώμενος ο κόουτς Φλεβαράκης για το γεγονός πως ο Ντένις ο τρομερός από το 2018 και έπειτα, μετά την φυγή του από τους Χοκς οι οποίοι τον έβαλαν στον «μαγικό κόσμο», παρότι έχει πάντοτε έναν ρόλο στο ΝΒΑ δεν μπορεί να στεριώσει, έφερε στο μυαλό τον Σκοτ Σκάιλς και έναν βοηθό του Κερ στο Σαν Φρανσίσκο.
«Πολλές φορές τα πράγματα δεν είναι όπως τα έχουμε στο μυαλό μας. Βάζεις και κάποιες άλλες προτεραιότητες στη ζωή σου αναλογιζόμενος τις επιλογές σου. Όπως έχει συμβεί και με εμένα ή με τον Ρον Άνταμς που έχω γνωρίσει στην Αμερική, ο οποίος θα μπορούσε κάλλιστα να είναι πρώτος προπονητής και μάλιστα από τους πολύ καλούς στη λίγκα. Αντ’ αυτού όμως είναι συνεργάτης ή προπονητής των προπονητών όπως τον λένε πολλοί.
Ή τον Σκοτ Σκάιλς που έφερα τώρα στο μυαλό μου. Ο οποίος σταμάτησε (σ.σ. στον ΠΑΟΚ) ενώ όλοι έλεγαν ότι θα μπορούσε να κάνει πολύ μεγαλύτερη καριέρα στο ΝΒΑ. Κάποιες φορές παίρνεις αποφάσεις με βάση την οικογένεια ίσως ή που αισθάνεσαι εσύ καλά. Ή ακόμα και με γνώμονα την επαφή και γνωριμία με περισσότερα μέρη και πόλεις. Στο τέλος της ημέρας πρέπει να είσαι χαρούμενος εκεί που βρίσκεσαι, ακόμα κι αν αυτό μπορεί να φρενάρει προς στιγμήν την καριέρα σου. Στη ζωή πρέπει να βάζεις πολλές φορές και άλλες προτεραιότητες», κατέληξε ο Έλληνας προπονητής από την άλλη μεριά της γραμμής, πριν κάνει γνωστό ότι παρότι ήταν απόλυτα ευχαριστημένος στο Κόσοβο την τελευταία διετία, το άμεσο τουλάχιστον μέλλον θα τον βρει στη Θεσσαλονίκη δουλεύοντας σε ένα καινούργιο πρότζεκτ με παιδιά.