Η Λουντογκόρετς ξανά στον δρόμο ελληνικής ομάδας στην Ευρώπη, αλλά αυτήν τη φορά, απέναντι στον ΠΑΟΚ.

Από εκείνες τις αναμετρήσεις με τον Ολυμπιακό, στα προκριματικά του Champions League, τον Αύγουστο του 2021, άλλαξαν πολλά: στο ρόστερ της, στην ευρωπαϊκή διοργάνωση που αγωνίζεται. Το μόνο που δεν άλλαξε;

Το τρομακτικό σερί της στις κατακτήσεις του πρωταθλήματος της Βουλγαρίας.

Η Λουντογκόρετς, μαζί με τις Σκόντο (Λετονία) και Λίνκολν (Γιβραλτάρ), είναι οι μόνες ομάδες στην Ευρώπη που έχουν καταφέρει να φτάσουν στον εξωπραγματικό αριθμό, των 14 συνεχόμενων κατακτήσεων πρωταθλημάτων. Η Λουντογκόρετς, όμως, είναι η μόνη που μπορεί να φτάσει στον αριθμό-ρεκόρ των 15, αφού το σερί της παραμένει «ζωντανό».

Όλα, όμως, αποκτούν διαφορετική σημασία μόνο αν αναλογιστεί κανείς, πως έως το 2011, η Λουντογκόρετς δεν είχε παίξει ποτέ στην πρώτη κατηγορία της Βουλγαρίας.

Η σεζόν 2011/12 ήταν η πρώτη που στο φινάλε της αναδείχθηκε πρωταθλήτρια και έκτοτε, δεν άφησε κανέναν άλλον στη Βουλγαρία, να γευθεί αυτήν τη χαρά. Πώς τα κατάφερε;

Ο Ιβάιλο Πέτεφ, ο άνθρωπος που έδωσε το έναυσμα για αυτήν την απόλυτη κυριαρχία, ο προπονητής που την «οδήγησε» στο νταμπλ, από την πρώτη σεζόν του συλλόγου στην Α’ κατηγορία, αναλύει στο Ole.gr, πριν από τη «μάχη» με τον ΠΑΟΚ, πώς από το «μηδέν», η Λουντογκόρετς έφτασε στους 14 σερί τίτλους.

Credits: ludogorets.com

Η άνοδος της Λουντογκόρετς: Από το «μηδέν» στους 14 σερί τίτλους

«Θυμάμαι τη Ρόζενμποργκ και την Μπάτε Μπορίσοφ. Σταμάτησαν στα 13 πρωταθλήματα. Οι 14 σερί τίτλοι δείχνουν την ανωτερότητα της Λουντογκόρετς από κάθε άλλη ομάδα.

Πήραμε την άνοδο το 2011. Τρία πράγματα για εμένα ήταν καθοριστικά για ό,τι ακολούθησε: κατάλληλες επιλογές, δουλειά και αποτελέσματα» ανέφερε ο Ιβάιλο Πέτεφ, συνεχίζοντας.

Credits: ludogorets.com

«Ήρθαν πολλοί νέοι παίκτες και το 75% αυτών ήταν Βούλγαροι με εμπειρία και λίγοι ξένοι. Έτσι ξεκίνησε το πρότζεκτ.

Στην πρώτη σεζόν κατακτήσαμε τρεις τίτλους: πρωτάθλημα, κύπελλο και σούπερ καπ, κάτι που έμοιαζε απίστευτο. Στην αμέσως επόμενη σεζόν, πήραμε ξανά το πρωτάθλημα! Ήταν τρία απίστευτα χρόνια για εμένα.

Προφανώς, τα εύσημα πηγαίνουν στους ιδιοκτήτες της ομάδας, Κίριλ και Γκεόργκι Ντομουσίεφ. Επένδυσαν στο πρότζεκτ, τόσο μέσω μεταγραφών, όσο και μέσω υποδομών: νέο προπονητικό κέντρο, νέο γήπεδο.

Είχαμε στο μυαλό μας ένα πλάνο, πώς μπορεί να συμβεί. Δουλέψαμε κάθε μέρα, σε αθλητικούς και μη τομείς, για να βελτιωθούμε και έτσι, η Λουντογκόρετς βελτιώθηκε και σήμερα, είναι ένας καταξιωμένος ευρωπαϊκός σύλλογος».

Τα λόγια του Ιβάιλο Πέτεφ επιβεβαιώνονται από τα αποτελέσματα.

Η Λουντογκόρετς, πέραν των 14 πρωταθλημάτων και των 26 τίτλων συνολικά, από το 2012 έως και σήμερα, έχει κάνει άλματα και στην Ευρώπη.

Έχει αγωνιστεί δύο φορές στους ομίλους του Champions League, ενώ από το 2012 κι έπειτα, μόλις δύο σεζόν δεν έπαιξε σε ευρωπαϊκούς ομίλους: στην παρθενική ευρωπαϊκή σεζόν (2012/13) και το 2015/16.

Στη δεύτερή της, πάντως, έφτασε έως τους «16» του Europa League: την καλύτερή της πορεία στην Ευρώπη.

Credits: ludogorets.com

Η φετινή Λουντογκόρετς και το ματς με τον ΠΑΟΚ

Το πρωτάθλημα, όπως έχει προαναφερθεί, δεν έχει «φύγει» από τα χέρια της Λουντογκόρετς εδώ και 14 σεζόν. Φέτος, όμως, μετά από 19 αγωνιστικές, απέχει 10 βαθμούς από την κορυφή και τη Λέφσκι Σόφιας. Έχοντας παίξει, βέβαια, ένα ματς λιγότερο.

«Η κατάσταση ήταν περίπου ίδια πριν από δύο χρόνια, τον Μάρτιο. Επέστρεψα στον σύλλογο μετά από 10 χρόνια και τότε, η ΤΣΣΚΑ ήταν πρώτη, με τέσσερις βαθμούς διαφορά. Παίζαμε κατευθείαν ματς στην έδρα της, χωρίς να έχουμε περιθώριο λάθους για να σώσουμε τη σεζόν και να στεφθούμε πρωταθλητές. Τώρα έχουν πολύ περισσότερο να αναλύσουν πώς μπορούν να βελτιωθούν, ώστε να μην χάσουν το σερί των 15 τίτλων.

Απέναντι στον ΠΑΟΚ περιμένω να δω ένα ωραίο, ανοιχτό παιχνίδι, το οποίο θα κερδίσει η Λουντογκόρετς. Νομίζω πως το DNA της είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της.

Από την πλευρά του ΠΑΟΚ, προσωπικά ξεχωρίζω τον Κωνσταντέλια. Είναι πολύ ταλαντούχος, μόλις 22 ετών και θεωρώ πως έχει μπροστά του μία εξαιρετική καριέρα. Στο σημερινό ποδόσφαιρο, πάντως, η ομάδα είναι το πιο σημαντικό στοιχείο και στο παιχνίδι αυτής βασίζεται ο προπονητής».

Πού είναι οι «χρυσές» γενιές της Βουλγαρίας;

Στην πλούσια καριέρα του, ο Ιβάιλο Πέτεφ έχει «καθίσει» στον πάγκο και δύο εθνικών ομάδων: της Βουλγαρίας και της Βοσνίας.

Θρυλικοί παίκτες, όπως οι Τζέκο, Πιάνιτς, Μπερμπάτοφ, αγωνίστηκαν υπό τις οδηγίες του. Το σημαντικότερο, όμως; Είναι ο κατάλληλος για να δώσει ένα σύντομο σχόλιο, για τη μη παραγωγή ποδοσφαιρικών γενεών, όπως παλαιότερα, από τη Βουλγαρία.

«Έτσι λειτουργούν τα πράγματα πλέον. Το κάθε club επιλέγει την πολιτική που θα ακολουθήσει, σχετικά με τους γηγενείς παίκτες στο ρόστερ του. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα.

Ήμουν προπονητής της Ντινάμο Ζάγκρεμπ. Έπαιρναν ένα ξένο, μόνο για τις θέσεις στις οποίες δεν είχαν κάποιο ντόπιο. Η πολιτική της ήταν αυτή. Γι’ αυτό κάθε χρόνο πουλάνε 1-2 παίκτες στα πέντε κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης.

Τώρα υπάρχουν λίγοι Βούλγαροι ποδοσφαιριστές που παίζουν στη Λουντογκόρετς. Γενικά έχουμε μείνει πίσω σ’ αυτό το κομμάτι. Υπάρχουν πολλά προβλήματα και δεν θα μου φτάσει ο χρόνος να μπω σε λεπτομέρειες!

Με εσάς τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η εθνική ομάδα της Ελλάδας έχει καλό ρόστερ, και νεαρούς και ταλαντούχους παίκτες. Έχετε ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στην Ευρώπη, αλλά και στις μεγαλύτερες ομάδες της Ελλάδας.

Όταν ήμουν προπονητής της εθνικής το 2015, οι περισσότεροι παίκτες έπαιζαν σε καλές ομάδες του εξωτερικού, αλλά αυτή είναι η κατάσταση τώρα. Ελπίζουμε να βελτιωθεί και να έχουμε ξανά νέους παίκτες όπως οι Στόιτσκοφ, Μπαλάκοφ, Κοσταντίνοφ, Μπερμπάτοφ».

Κίριλ Ντεσπόντοφ: Ένα κεφάλαιο για τη Βουλγαρία

Κατά το διάστημα της παρουσίας του Ιβάιλο Πέτεφ στην εθνική ομάδα της Βουλγαρίας (2014 έως 2016), ο Κίριλ Ντεσπόντοφ πραγματοποιούσε τις πρώτες του εμφανίσεις με το εθνόσημο στο στήθος.

Στην Ελλάδα, είναι ένας από τους πιο ποιοτικούς μεσοεπιθετικούς. Στη Βουλγαρία, είναι ένας θρύλος.

Πέντε φορές έχει αναδειχθεί καλύτερος Βούλγαρος παίκτης. Τόσες το κατάφερε και ο Χρίστο Στόιτσκοφ, ενώ ο Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ είναι ο μόνος που ξεπέρασε τον συγκεκριμένο αριθμό, σταματώντας στις επτά.

«Είναι ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής και εξαιρετικός χαρακτήρας. Πριν πάει στον ΠΑΟΚ, έκανε την καλύτερή του σεζόν στη Λουντογκόρετς. Σκόραρε πολλά γκολ, είχε πολλές ασίστ και ήταν ο αρχηγός μας».

Τα Τρίκαλα και το μέλλον

Ο «αρχιτέκτονας» της Λουντογκόρετς, όπως δικαιωματικά αποκαλείται από πολλούς, υπήρξε και ποδοσφαιριστής κάποτε. Ένας κεντρικός χαφ, διεθνής με την εθνική ομάδα της Βουλγαρίας, που μεταξύ άλλων, φόρεσε και τη φανέλα ελληνικής ομάδας: κατά τη σεζόν 2007/08 αγωνίστηκε στα Τρίκαλα!

«Ήταν 20 χρόνια πριν, ε! Είμαστε κράτη-αδέρφια. Σχεδόν κάθε χρόνο έρχονται στην Ελλάδα. Μου αρέσει πολύ. Έχω πολλούς φίλους που μένουν εκεί και τα Τρίκαλα συγκεκριμένα, είναι μία πανέμορφη πόλη, με πολύ ευγενικούς και φιλόξενους ανθρώπους».

Όσον αφορά το προπονητικό του μέλλον; Μετά την εμπειρία του στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Μπανίγιας, παραμένει ελεύθερος εδώ και κάποιους μήνες.

«Ίσως είναι το μοναδικό λάθος στην καριέρα μου: το γεγονός πως πήγα εκεί.

Πάντα, όπου εργαζόμουν στην Ευρώπη, αγωνιζόμουν για την πρώτη θέση, για το πρωτάθλημα. Εκεί τα πράγματα ήταν διαφορετικά, αλλά έτσι έγιναν.

Μόνο ο Θεός ξέρει για το μέλλον μου, πού θα με στείλει. Ναι, θα μπορούσε να είναι και η Ελλάδα, γιατί όχι; Όλα είναι πιθανά στη ζωή, όσο είμαστε υγιείς και χαρούμενοι».