Συνέντευξη στον Δημήτρη Μαντιδάκη

«Το νεαρό παιδί που φέρνει μόνο του το Κύπελλο στην Κρήτη», είχε πει χαρακτηριστικά ο Γιάννης Αργυρίου, που έκανε την περιγραφή του Ηρακλής-ΟΦΗ για τη δημόσια τηλεόραση, το βράδυ της 21ης Ιουνίου του 1987.

Λίγες ώρες πριν τον μεγάλο τελικό Κυπέλλου Ελλάδας στο ΟΑΚΑ, ο Μύρωνας Σηφάκης μιλά αποκλειστικά στο Ole.gr.

Μια από τις πιο εμβληματικές μορφές στην ιστορία του κρητικού και ελληνικού ποδοσφαίρου, θυμάται εκείνη την ιστορική βραδιά απέναντι στον Ηρακλή και σχολιάζει τον φετινό τελικό με τον Ολυμπιακό, μιλώντας παράλληλα, και για τα σημαντικά επιτεύγματά του ως προπονητής.

Από ήρωας της εστίας, προπονητής με αξιοσημείωτα περάσματα και επιτεύγματα. Ένας άνθρωπος που το ποδόσφαιρο δεν πέρασε απλώς από τη ζωή του, μα έγινε η ίδια του η ζωή.

Τι θυμάται από εκείνο το μαγικό βράδυ, τι χρειάζεται ο ΟΦΗ στον φετινό τελικό και ο «δάσκαλος» Ευγένιος Γκέραρντ.

Θέλω να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, στον τελικό του 1987. Σας είχε ενημερώσει από νωρίς ο Ευγένιος Γκέραρντ ότι θα παίξετε σε εκείνο το ματς;

«Με είχε ενημερώσει δύο μήνες πριν ότι θα αγωνιστώ».

Εκείνο το διάστημα, υπήρχε κάποια ειδική προετοιμασία για το πώς να αντιμετωπίσετε τον Ηρακλή και συγκεκριμένα τον Χατζηπαναγή;

«Μας προετοίμαζε δύο μήνες, τόσο ομαδικά όσο και ατομικά, για το πώς θα αντιμετωπίσουμε συνολικά τον Ηρακλή. Δεν υπήρχε ειδικό σχέδιο μόνο για τον Χατζηπαναγή. Το πλάνο ήταν συνολικό και το εφαρμόσαμε στο γήπεδο».

Ο φετινός ΟΦΗ θα πάει στον τελικό ως αουτσάιντερ, όπως κι εσείς τότε. Τι πρέπει να έχει αυτή η ομάδα για να κάνει την υπέρβαση;

«Πρέπει να είναι προετοιμασμένος σωστά, και ατομικά και ομαδικά. Να ξέρει πώς θα αντιμετωπίσει τον Ολυμπιακό και να στηρίξει το πλάνο με πίστη στον εαυτό του, στους συμπαίκτες και στην ομάδα».

Τι χρειάζεται να δείξει ο ΟΦΗ μέσα στο ματς για να έχει ελπίδες;

«Καθαρό μυαλό. Να διατηρήσουν πάθος, δύναμη και αποφασιστικότητα σε κάθε μονομαχία και σε κάθε διεκδίκηση. Να έχουν ομαδικό πνεύμα και κυρίως, νοοτροπία νικητή. Αυτό κάνει τη διαφορά σε έναν τελικό».

Στη φετινή πορεία του ΟΦΗ τι είναι αυτό που σας άρεσε περισσότερο;

«Το γεγονός ότι ξεκίνησε το χτίσιμο ο κ. Δέλλας, άφησε μια πολύ καλά δουλεμένη ομάδα . Έφυγε για προσωπικούς λόγους και οι ευχές όλων μας είναι μαζί τους. Ο κ. Ράσταβατς σε λίγο χρονικό διάστημα κατάφερε να προσθέσει τα δικά του στοιχεία. Με τον Ανδρούτσο απέκτησαν μεγαλύτερη ισορροπία, σταθερότητα και αυτοπεποίθηση στη μετάβασή τους».

Πιστεύετε ότι ο ΟΦΗ, όταν βρεθούν σε καλή μέρα οι ποδοσφαιριστές του, μπορεί να φτάσει στο τρόπαιο;

«Αν βρεθούν και οι έντεκα σε καλή μέρα, μπορούν να κερδίσουν οποιονδήποτε αντίπαλο. Το απέδειξαν, φτάνοντας σε έναν ιστορικό τελικό. Όλοι, παίκτες, οι δύο προπονητές της φετινής χρονιάς, συνεργάτες, αξίζουν συγχαρητήρια. Γιατί μετά από 35 χρόνια ξανάγραψαν ιστορία».

Υπάρχουν κάποιοι παίκτες που έχετε ξεχωρίσει φέτος στον ΟΦΗ;

«Είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις σε μια τέτοια ομάδα, αλλά τρεις μου έχουν κάνει εντύπωση.

Πρώτος ο Νους. Όταν είναι σε καλή μέρα, μπορεί να αιφνιδιάσει οποιαδήποτε άμυνα.

Δεύτερος ο Γκονζάλες. Καλός αμυντικά, εξαιρετικός επιθετικά. Σκοράρει, δίνει πολλές ασίστ και ακόμη και στη χειρότερή του μέρα θα δώσει μία πάσα για γκολ.

Και τρίτος, ο νεαρός Θεοδοσουλάκης. Έχει θράσος, ταλέντο και είναι παίκτης που χαίρεσαι να βλέπεις».

Θα ήθελα να μιλήσουμε και για τη δική σας προπονητική πορεία. Στον Άγιο Νικόλαο, ποια ήταν η σημαντικότερη στιγμή σας;

«Τη δεύτερη χρονιά τερματίσαμε στην 6η θέση στη Β’ Εθνική, η καλύτερη στην ιστορία του ΑΟΑΝ. Την τρίτη χρονιά, ήμασταν πρώτοι στις 10 πρώτες αγωνιστικές, αλλά κάναμε πέντε σερί ήττες και αποχώρησα. Όμως, αποκόμισα πολλές εμπειρίες και γνώσεις, που με βοήθησαν στη συνέχεια».

Στον Εργοτέλη, γράψατε ιστορία με συνεχόμενες ανόδους από το Περιφερειακό ως την Α’ Εθνική. Πώς το πετύχατε αυτό;

«Στον Εργοτέλη κατάφερα αυτό που δεν πέτυχα στον Άγιο Νικόλαο. Ξεκινώντας από τη Δ’ Εθνική, ανεβήκαμε κάθε χρονιά κατηγορία, φτάνοντας στην Α’ Εθνική. Το 80% των παικτών ήταν Κρητικοί και το ρόστερ άλλαζε κάθε χρόνο μόνο κατά 20%».

Παράλληλα είχατε κι ένα εντυπωσιακό έργο στις ακαδημίες.

»Είχαμε 800 παιδιά στις ακαδημίες, κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή. Στην Α’ Εθνική, τρία 17χρονα παιδιά έπαιξαν σε 15 παιχνίδια».

Πώς προετοιμαζόσασταν για τους αγώνες τότε;

«Κάθε Τετάρτη, έδινα φιλικά παιχνίδια με τον ΟΦΗ στο Βαρδινογιάννειο. Ο Ευγένιος Γκέραρντ με τιμούσε και με βοηθούσε. Του είμαι ευγνώμων. Ήταν ο μεγαλύτερος δάσκαλός μου και πιστεύω ότι έγινα αντάξιος μαθητής του».

*Ο Δημήτρης Μαντιδάκης είναι σπουδαστής στο Κέντρο Αθλητικού Ρεπορτάζ.