Εξαιρώντας μερικά μικρά χρονικά διαστήματα, ο Φραν Βέλεθ, από το 2018 και μετά, είναι μόνιμος κάτοικος Ελλάδας.

Η ποδοσφαιρική του καριέρα συνδέθηκε με αυτήν, από εκείνη την ημέρα το 2018, που ο ίδιος και ο ατζέντης του, πήραν την απόφαση να πουν «ναι» στην πρόταση του Άρη.

Ο Άλβαρο Βιθκαΐνο, εκπρόσωπος του Ισπανού αμυντικού, μίλησε στο Ole.gr για όσα έχουν βιώσει στην Ελλάδα, αυτός και ο πελάτης του, αλλά και τα σχέδιά τους για το μέλλον.

Πώς πήρε την απόφαση να μεταβεί στον Άρη, την πρώτη φορά, και τα 20′ που χρειάστηκαν στη δεύτερη. Ο τίτλος με τον Παναθηναϊκό, το κεφάλαιο της Σαουδικής Αραβίας, αλλά και οι δυσκολίες που καλείται να διαχειριστεί ένας ατζέντης.

Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Πώς γνωριστήκατε και πώς ξεκίνησε η συνεργασία σας με τον Φραν Βέλεθ;

«Ήταν το 2015. Ο Φραν έπαιζε στην Primera Division με την Αλμερία. Τα πήγαμε καλά πολύ γρήγορα, γεγονός που οδήγησε στη δημιουργία της οικογενειακής σχέσης που έχουμε σήμερα».

Ποια ήταν η πρώτη αντίδρασή σας, όταν ακούσατε για το ενδιαφέρον του Άρη και την πιθανότητα μεταγραφής σε ελληνική ομάδα;

«Ήταν ένα ενδιαφέρον που δεχθήκαμε με μεγάλη χαρά. Ο Φραν έβγαινε από μια δύσκολη χρονιά για την οικογένειά του στην Πολωνία, όπου αυτός και η σύζυγός του έπρεπε να ξεπεράσουν εμπόδια που προέκυψαν εκεί.

Η αρχική του ιδέα ήταν να επιστρέψει στην Ισπανία, αλλά το έντονο ενδιαφέρον που έδειξε ο Πάκο Ερέρα (προπονητής του ΆΡη εκείνη τη σεζόν) έκανε τον Φραν να τολμήσει να αναλάβει μια νέα πρόκληση στο εξωτερικό και την Ελλάδα, συγκεκριμένα».

Ο Άρης έχει μακρά παράδοση σε Ισπανούς και Αργεντινούς ποδοσφαιριστές. Πολλοί έχουν φορέσει τη φανέλα του. Επηρέασε τη μεταγραφή;

«Φυσικά. Η παρέα με τον Χουλιάν Κουέστα έπαιξε ρόλο. Είναι φίλοι εδώ και πολλά χρόνια. Είχε μεγάλη επιρροή».

Σύντομα, ο Φραν Βέλεθ έγινε ένας από τους καλύτερους αμυντικούς του ελληνικού πρωταθλήματος. Υπήρξαν προτάσεις και από άλλες μεγάλες ομάδες, πριν τον Παναθηναϊκό;

«Πράγματι, εκείνη τη χρονιά η Φραν δελεαζόταν από τους μεγάλους της Ελλάδας. Υπήρχε μεγάλη διαφορά μεταξύ τους και στον Παναθηναϊκό, η παραμονή του Τσάβι Ρόκα ήταν καθοριστική. Και οι δύο Ισπανοί, από την ίδια περιοχή της Ισπανίας… Του έδωσε την εντύπωση ότι θα σχημάτιζαν ένα νέο, νικηφόρο πρότζεκτ και ο Φραν ήθελε να αποτελέσει σημαντικό μέρος αυτού».

Ήταν όντως νικηφόρο. Ήταν μέλος της ομάδας που κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας το 2022.

«Ήταν μια ξεχωριστή περίοδος για αυτόν, και για όλους όσους τον συνοδεύουν. Ο Φραν είχε τους καλύτερους αριθμούς στην Ελλάδα, ανάμεσα στους κεντρικούς αμυντικούς. Είχε επίγνωση της σπουδαίας χρονιάς που είχε κάνει, αλλά το κερασάκι στην τούρτα έλειπε. Λαχταρούσε αυτόν τον τίτλο, ήταν κάτι που ήθελε να δώσει στη γυναίκα του και στην κόρη του για όλη τη σκληρή δουλειά τους. Και τελικά τον κατέκτησε».

Η εμπειρία στη Σαουδική Αραβία πρέπει να ήταν ξεχωριστή. Ποιες είναι οι μεγαλύτερες διαφορές που εντοπίσατε σε σύγκριση με το ελληνικό και το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο; Από την οπτική γωνία του ατζέντη και του ποδοσφαιριστή.

«Η μεγαλύτερη διαφορά, όπως μπορεί να δει οποιοσδήποτε θεατής, είναι το ποσό των χρημάτων που διακινούνται σε αυτές τις χώρες. Δίνουν στον παίκτη και την οικογένειά του την επιλογή να σταθεροποιήσουν οικονομικά τη ζωή τους. Πέρα από αυτό, πιστεύω ότι έχουν ακόμα πολλά περιθώρια βελτίωσης όσον αφορά την αγωνιστική τους υποδομή. Δεν ζεις την ατμόσφαιρα στα γήπεδα όπως στην Ευρώπη. Αν και είναι επίσης αλήθεια ότι ο Φραν προήλθε από ένα πρωτάθλημα όπου η ατμόσφαιρα στα γήπεδα είναι πρακτικά ασυναγώνιστη!»

Ήταν μια ακριβή μεταγραφή. Πόσο δύσκολο είναι να διαχειριστείς και να κλείσεις τέτοιου είδους συμφωνίες;

«Η συναισθηματική πτυχή ήταν πιο δύσκολη από την οικονομική. Ήταν πολύ δύσκολο για τον Φραν να φύγει από την Αθήνα και τον Παναθηναϊκό επειδή ήταν απίστευτα χαρούμενος, αλλά ήταν η ευκαιρία μιας ζωής. Σε οικονομικό επίπεδο, δεν υπήρχαν σημαντικά προβλήματα. Ήταν μια καλή συμφωνία για όλες τις πλευρές».

Και ξανά στον Άρη, παρότι η Αλ Φατέχ πίεσε πολύ. Ήταν προσωπική απόφαση;

«Πολύ προσωπική. Ο Φραν είχε άλλες επιλογές στο τραπέζι, τόσο από την Ελλάδα, όσο και από άλλες χώρες, αλλά όταν το τηλέφωνο χτύπησε από τη Θεσσαλονίκη, έβαλε τα πάντα σε αναμονή. Επιπλέον, μπορώ να πω ότι μέσα σε 20 λεπτά υπήρξε συμφωνία, κάτι που είναι δύσκολο γενικά να συμβεί».

Μετά το τέλος της καριέρας του, έχετε μιλήσει με τον Φραν για τα επόμενα βήματά του;

«Αυτές είναι εβδομάδες που συζητάμε πολύ αυτό το θέμα. Το συμβόλαιο του Φραν με τον Άρη λήγει τον Ιούνιο. Είμαστε σε συζητήσεις με συλλόγους και δεν αποκλείω το ενδεχόμενο να παραμείνει στην Ελλάδα, αν και υπάρχουν και άλλες χώρες που δεν θα απέρριπτε. Αυτό που είναι σαφές είναι ότι δεν έχει πρόθεση να επιστρέψει ακόμη στην Ισπανία».

Πόσο περήφανοι είστε εσείς και ο Φραν σήμερα, για όσα έχει ζήσει στην Ελλάδα και ξεκίνησαν από μία μεταγραφή, το 2018;

«Θεωρήσαμε ότι εκείνη η στιγμή ήταν μια καλή απόφαση. Εστιάζουμε την υπερηφάνεια μας περισσότερο σε εκείνα τα πράγματα που περιβάλλουν τη σχέση μας από την αρχή: δέσμευση, επαγγελματισμός, ειλικρίνεια, αφοσίωση, φιλία».

Σε προσωπικό επίπεδο, πόσο δύσκολο είναι να είσαι μέλος μιας εταιρείας τόσο μεγάλης όσο η AS1, με τόσο ακριβούς παίκτες, σε κορυφαίους συλλόγους;

«Είναι μεγάλη ευλογία να είσαι μέλος μιας εταιρείας με τόσο μεγάλο αποτύπωμα. Η υπευθυνότητα αποτελεί θεμελιώδες μέρος της εμπιστοσύνης που μας δείχνουν οι πελάτες μας, γεγονός που μας ωθεί να εργαζόμαστε καθημερινά για να ανταποκρινόμαστε στις προσδοκίες τους».

Πώς αποφασίσατε να γίνετε διαμεσολαβητής ποδοσφαιριστών;

«Δεν ήταν κάτι προγραμματισμένο. Σπούδαζα στο πανεπιστήμιο όταν είχα την ευκαιρία να φροντίζω μικρά παιδιά χωρίς να χρειάζεται να συνεργάζομαι μαζί τους, απλώς διαβιβάζοντας αναφορές. Μέχρι σήμερα, όπως ανέφερα στην προηγούμενη ερώτηση, είμαι τυχερός που ανήκω σε μία από τις καλύτερες εταιρείες στον κόσμο».

Το πιο δύσκολο και το πιο όμορφο κομμάτι της δουλειάς σου;

«Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι οι προσδοκίες ενός ποδοσφαιριστή δεν ικανοποιούνται εύκολα, και κατά τη διάρκεια της μεταγραφικής περιόδου υποφέρεις δίπλα του. Υπάρχουν πολλές άυπνες νύχτες, επειδή υποφέρεις βλέποντάς τους να υποφέρουν. Το πιο όμορφο πράγμα είναι να έχουμε το προνόμιο να αναπτυσσόμαστε χέρι-χέρι και να επιτυγχάνουμε τους στόχους που θέτουμε, παράλληλα με τους πελάτες μας».

Έχετε συστήσει σε ελληνικούς συλλόγους κάποιους ποδοσφαιριστές που αργότερα έγιναν μεγάλοι αστέρες;

«Υπάρχει πάντα δουλειά με ελληνικούς συλλόγους, αλλά αυτές είναι καταστάσεις που αντιμετωπίζονται ιδιωτικά (γέλια)».

Κλείνοντας, έχετε εικόνες από τα καλύτερα πρωταθλήματα στον κόσμο. Πόσο απέχει το ελληνικό πρωτάθλημα;

«Οι οπαδοί και η ατμόσφαιρα είναι σίγουρα στο Top-3. Είναι αλήθεια ότι οι σύλλογοι έχουν ακόμη πολλή δουλειά να κάνουν όσον αφορά την οικονομική πτυχή και τις πληρωμές, ενώ θεωρώ πως μπορεί να βελτιωθεί και η ασφάλεια των σταδίων».