Το γκολ του Ατσέρμπι και η ιστορία του, ένα πραγματικό «μάθημα ζωής». Το μουλιασμένο σακάκι του Ιντζάγκι και ο εμβληματικός πανηγυρισμός του Φρατέζι.
Μετά το πρώτο ματς μεταξύ τους, είχαμε υψηλές προσδοκίες από Μπαρτσελόνα και Ίντερ. Αλλά τέτοια ρεβάνς, ποιος την περίμενε;
Είναι από τα πραγματικά μεγάλα βράδια του Champions League. Από εκείνα που «γεννούν» ήρωες και παρότι είναι τόσοι πολλοί αυτοί στους οποίους κάποιος μπορεί να σταθεί, επιμένω σε δύο πρόσωπα.
Από εκείνα, που μάλλον έχουν συμβιβαστεί, πως θα ανήκουν στο κορυφαίο επίπεδο, θα παίζουν όπως παίζουν όσοι ανήκουν εκεί, αλλά στις συζητήσεις γι’ αυτό, σπάνια θα αναφέρονται τα ονόματά τους.
Ντένζελ Ντάμφρις και Γιαν Ζόμερ.
Στην πράξη, κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το «ποιος θα πάει στον τελικό».
Ο Ολλανδός μπακ/εξτρέμ -«βαφτίστε» τον όπως θέλετε, γιατί και στους δύο ρόλους είναι εξαιρετικός- ολοκλήρωσε τα ημιτελικά με τρεις ασίστ και δύο γκολ.
Χωρίς να υπολογίζουμε, τις ατελείωτες κούρσες επί 81′ στο πρώτο ματς και 108′ στη ρεβάνς.
Ο Ελβετός γκολκίπερ ολοκλήρωσε τα δύο ματς με 14 αποκρούσεις συνολικά και με τις οκτώ να είναι από σουτ εντός της μεγάλης περιοχής.
Χωρίς να υπολογίζουμε πως εκείνη η απόκρουση στο πλασέ του Γιαμάλ στο 114′, με το σκορ στο 4-3, άξιζε όσο πέντε.
Οι ιστορίες τους έχουν διαφορές, αλλά και συμπτώσεις. Όπως το ότι «βγήκαν» εκτός του ποδοσφαίρου της χώρας τους, σε σχετικά μεγάλη ηλικία, στα 25-26.
Το μεγαλύτερο κοινό που έχουν, όμως, είναι πως ενώ ανήκουν στους κορυφαίους στην θέση τους ανά τον πλανήτη, σπάνια σε μία τέτοια συζήτηση, θα ακουστεί το όνομά τους. Τουλάχιστον μέχρι και πριν από αυτήν τη σειρά, της Ίντερ με την Μπαρτσελόνα.
Προσωπικά, θεωρώ πως ο Ντάμφρις ανήκει στα πέντε κορυφαία μπακ του πλανήτη. Μόνο οι Άρνολντ και Χακίμι, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, θεωρώ πως «ξεφεύγουν» από τα δικά του στάνταρ. Ούτε ο Κουντέ, ούτε ο Τίμπερ, ούτε Νταλότ, ούτε ο Πέδρο Πόρο, για παράδειγμα.
Και αναφέρω αυτά τα ονόματα, γιατί κοστολογούνται πολύ πιο ακριβά από τον Ντάμφρις, αν και συνήθως, είναι ξεκάθαρο το «γιατί»: eίτε παίζουν σε πιο εμπορικά clubs, είτε σε πιο εμπορικά πρωταθλήματα.
Ο Ντάμφρις, ωστόσο, είναι ο ορισμός του bargain, όπως λένε οι Άγγλοι, και «λαβράκι», όπως λέμε εμείς.
Μετά το εξ αναβολής EURO του 2020, λόγω κορονοϊού, εκεί όπου «έπεισε» την Ίντερ να τον αποκτήσει το 2021, αναρωτιόμουν πότε θα πάρει μεταγραφή στην Premier League ή σε club γεμάτο αστέρες. Τώρα αναρωτιέμαι αν χρειάζεται.
Στην τέταρτή του σεζόν στην Ίντερ, έχει πανηγυρίσει μία κατάκτηση πρωταθλήματος, δύο Κυπέλλων, τριών Super Cup, ενώ για δεύτερη φορά, θα έχει την ευκαιρία να διεκδικήσει μαζί της, το πολυτιμότερο τρόπαιο σε επίπεδο συλλόγων.
«Λαχείο» είναι και αυτές οι αποφάσεις μερικές φορές. Φάνηκε και στην περίπτωση του Ζόμερ.
«Άρπαξε» την ευκαιρία τον Ιανουάριο του 2023, ακολούθησε το κάλεσμα της Μπάγερν Μονάχου, για να καλύψει το κενό του Μάνουελ Νόιερ και στο φινάλε, είχαν εγείρει ερωτηματικά για την ποιότητά του. Επειδή ήταν άτυχος και «έπεσε» σε μία σεζόν των Βαυαρών, που ναι μεν τελείωσε με πρωτάθλημα, μετά την αυτοκτονία της Ντόρτμουντ, αλλά ήταν προβληματική.
Λες και δεν ήξεραν τι τερματοφύλακα πήραν, μετά από οκτώ σεζόν σταθερά εξαιρετικής παρουσίας στην Bundesliga και την Γκλάντμπαχ.
«Ουδέν κακόν αμιγές καλού». Αν είχε στεριώσει στην Μπάγερν Μονάχου, ίσως δεν είχε την ευκαιρία να αγωνιστεί σε έναν τελικό Champions League. Ίσως και η Ίντερ, αν δεν τον είχε στο ρόστερ της, να μην είχε αυτήν τη νέα ευκαιρία να «σηκώσει» την «κούπα με τα μεγάλα αυτιά».
Πήρε τις αποφάσεις και όρισε τη μοίρα του. Δίχως να κοιτάξει δεξιά και αριστερά, δηλαδή σε άρθρα σαν τα σημερινά άρθρα σε Ιταλία αλλά και Αγγλία (κυρίως), σχετικά με το πώς αντικατέστησε έναντι 6.9 εκατομμυρίων ευρώ, τον Ονάνα που πουλήθηκε με 50.
Και αυτός και ο Ντάμφρις, ξέρουν πολύ καλά πως ανήκουν στην ελίτ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αγωνίζονται, κατ’ αυτόν τον τρόπο αποδίδουν. Αν «δεν το λέει η ψυχούλα σου», δεν διακρίνεσαι σε δύο συνεχόμενα, τέτοιου είδους ματς, με αυτές τις διακυμάνσεις σε σκορ και συναισθήματα.
Ντούμφρις και Ζόμερ, λοιπόν, είναι ακριβώς εκεί κι ας τους αφήνουν εκτός, συχνά-πυκνά, από τις συζητήσεις για τους κορυφαίους.
Ό,τι αξίζει στο φινάλε, είναι πως στην πράξη, αυτοί είναι στην ελίτ και ήρθε η πορεία της Ίντερ, χάρις και τις δικές τους εμφανίσεις, να τους δικαιώσει και τοποθετήσει, όπου τους αρμόζει.