Για να ξεκινήσουμε ανάποδα: Τα καφενεία της εποχής μας, δηλαδή τα σχόλια στα Social Media, είχαν αποφανθεί ότι ο Ολυμπιακός θα ήταν αδιάφορος απέναντι στον ΠΑΟΚ και ο δικέφαλος θα περνούσε εύκολα από το Καραϊσκάκη. Όλη αυτή η αφελής τοξική παραφιλολογία προφανώς δεν αναπτύχθηκε για πρώτη φορά, ούτε συμβαίνει μόνο με τις συγκεκριμένες ομάδες. Είναι τρομερό πως κάποιοι ασχολούνται με το ποδόσφαιρο χωρίς να καταλαβαίνουν και -σημαντικότερο- χωρίς να το απολαμβάνουν. Ο Ολυμπιακός του Μεντιλίμπαρ είναι άξιος πρωταθλητής Ελλάδας, έχοντας χτίσει την αγωνιστική νοοτροπία και την τακτική αφομοίωση που τον κράτησε για όλη τη χρονιά πιο ψηλά από όλους τους υπόλοιπους.
Πάμε τώρα στο ντέρμπι της Φιλαδέλφειας, τον τελικό για τη δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα και το εισιτήριο για τον δεύτερο προκριματικό γύρο του Champions League. Το 90λεπτο της OPAP Arena ήταν εξαιρετικά σημαντικό για το παρόν και το μέλλον των δύο ομάδων, αμφότερων «πληγωμένων» βαθμολογικά και ψυχολογικά. Η ΑΕΚ με τις σερί ήττες στα πλέι οφ, απέναντι στον Παναθηναϊκό που μέσα στο 2025 αγνοούσε το διπλό.
Ο Παναθηναϊκός αποδείχθηκε ότι ήταν περισσότερο έτοιμος πνευματικά και μάλλον αυτό ήταν και το αναμενόμενο, δεδομένης της τεράστιας πίεσης που υπάρχει το τελευταίο διάστημα για την Ένωση. Κι αυτό γιατί παρότι μπήκε στα αποδυτήρια όντας πίσω στο σκορ, κατάφερε να μπει στο δεύτερο μέρος με την απαραίτητη συγκέντρωση να «χτυπήσει» στην αδύναμη πλευρά της ΑΕΚ, να βρει σωστές αποφάσεις και να διαχειριστεί το αποτέλεσμα. Η φάση του τελευταίου λεπτού, βέβαια, με το βόλεϊ στην περιοχή του και την κεφαλιά του Τσιλούλη στο δοκάρι είναι χαρακτηριστική για τους λόγους που φέτος έχει χάσει σημαντικούς βαθμούς από λάθη και στιγμές αδράνειας.
Ο λόγος, βέβαια, που χτύπησε στην αδύναμη πλευρά της ΑΕΚ, αναδεικνύει τα δομικά ζητήματα της φετινής Ένωσης, η οποία κλήθηκε να παίξει στο πιο κρίσιμο ματς της χρονιάς με αριστερό μπακ τον Οντουμπάτζο, σε μια θέση που δεν είναι η φυσική του. Τα δύο γκολ που σημείωσε ο Παναθηναϊκός ήταν προϊόν της μεγάλης κλάσης δύο ποδοσφαιριστών του, του Ουναΐ που ζωγράφισε για το 1-1 και του Βαγιανίδη, που κουβάλησε την μπάλα στο πρώτο γκολ και κέρδισε το πέναλτι στο δεύτερο.
Όμως και οι δύο φάσεις δημιουργήθηκαν από την αριστερή πλευρά της άμυνας των γηπεδούχων, που κλήθηκε να καλύψει ο Οντουμπάτζο έχοντας μπροστά του τον Κοϊτά, ο οποίος στο κομμάτι του παιχνιδιού χωρίς την μπάλα δεν κατάφερε να προσφέρει τις απαραίτητες καλύψεις. Στη φάση του πέναλτι βρέθηκε να ακολουθεί τον Βαγιανίδη ο Πιερό, για να τον σταματήσει με ανατροπή, μιας και ο Οντουμπάτζο ήταν πάνω στον Τετέ που έσπασε γρήγορα την μπάλα. Ο Πιερό, ο μοναδικός ουσιαστικά φορ που έμεινε στην ΑΕΚ μετά την αποχώρηση του Λιβάι, με τον Τσιλούλη να είναι αυτός που τελείωσε το ματς και είχε το δοκάρι στο τελευταίο λεπτό. Και βρέθηκε να κυνηγάει τον αντίπαλο δεξιό μπακ, στο αριστερό άκρο της άμυνας.
Η Ένωση είχε την κατοχή, είχε περισσότερες τελικές προσπάθειες, όμως δεν είχε την ένταση και το καθαρό μυαλό να διεκδικήσει τη νίκη στο δεύτερο μέρος. Για ένα ακόμα μεταξύ τους ματς ο Παναθηναϊκός ήταν πιο αποτελεσματικός, πιο συγκεντρωμένος στις αποφάσεις και στην τελική προσπάθεια, πιο έτοιμος να εκμεταλλευτεί την κλάση των παικτών εκείνων που μπορούν με μια ενέργειά τους να κρίνουν τον ρου ενός αγώνα. Και μιας χρονιάς, κατά τα φαινόμενα.
Ο Παναθηναϊκός θα έχει ουσιαστικά τρεις ευκαιρίες για να βρεθεί σε ευρωπαϊκό όμιλο, να αυξήσει τα έσοδά του και να χτίσει το ρόστερ και το οργανόγραμμα για να κάνει πρωταθλητισμό και πορεία στην Ευρώπη. Είναι στο χέρι της ηγεσίας του, να μην χάσει την ευκαιρία για να χτίσει κάτι καλό. Η ΑΕΚ, από την άλλη, βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Αγωνιστικά, οργανωτικά, σε επίπεδο στελεχών και προσώπων που θα κληθούν να ηγηθούν στην επόμενη μέρα. Είναι σημαντικό, γιατί το θέμα δεν είναι μόνο ποιος κάθεται στον πάγκο. Το τι παρουσιάζεται στο χορτάρι πλέον δεν εξαρτάται μόνο από αυτόν…